Άγχος επιστροφής στο σχολείο. Πώς μπορώ να βοηθήσω;

Πρακτικές συμβουλές

Μερικά παιδιά ίσως και να ανυπομονούν να επιστρέψουν στο σχολείο, να ξαναβρούν τους φίλους και συμμαθητές τους και να πάρουν τα καινούργια τους βιβλία. Άλλα πάλι μπορεί να δείξουν κάποια σημάδια άγχους και άρνησης. Και αυτό είναι οκ και μπορεί να συμβεί. Ούτως ή άλλως οι αλλαγές προκαλούν άγχος στους ανθρώπους. Και πόσο μάλλον η επιστροφή στο σχολείο που μπορεί να συνδέεται στο μυαλό του παιδιού με υποχρεώσεις, αξιολογήσεις και διαβάσματα. Το ερώτημα είναι: τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για να βοηθήσουμε το αγχωμένο παιδί μας που φαίνεται να το δυσκολεύει η μετάβαση στη σχολική πραγματικότητα;

Πρακτικές συμβουλές για μια πιο ομαλή μετάβαση στη σχολική πραγματικότητα

Επαναφέρουμε τις καθημερινές ρουτίνες μας:

1) Πρόγραμμα ύπνου: Ξεκινάμε να αλλάζουμε την ώρα του βραδινού ύπνου και την ώρα του πρωινού ξυπνήματος, έτσι ώστε να φτάσουμε την ώρα που θα πρέπει κανονικά να ξυπνάει το παιδί για το σχολείο. Ο επαρκής ύπνος είναι απαραίτητος για το νευρικό σύστημα του ανθρώπου!

2) Πρωινές ρουτίνες: Λίγες μέρες πριν ξεκινήσει το σχολείο αρχίζουμε να εφαρμόζουμε τη ρουτίνα της πρωινής προετοιμασίας, που περιλαμβάνει πρωινό, ντύσιμο και ετοιμασία τσάντας.

Οργανωνόμαστε:

Πηγαίνουμε μαζί με το παιδί να αγοράσουμε όλα τα απαραίτητα για τη νέα σχολική χρονιά. Έτσι, και χαίρεται με τη νέα κασετίνα που διάλεξε μόνο του αλλά και νιώθει έτοιμο… για το σχολείο!

Μιλάμε για το άγχος:

1) Μιλάμε για το σχολείο: Μιλάμε με το παιδί για τα συναισθήματα που νιώθει όσον αφορά το σχολείο. Τι είναι αυτό που περιμένει με ανυπομονησία, ποια πράγματα το αγχώνουν… Μιλάμε για τους φόβους που μπορεί να έχει και το καθησυχάζουμε.

2) Επισκεπτόμαστε το σχολείο: Αν είναι εφικτό, επισκεπτόμαστε μαζί του το σχολείο ή ακόμη και την τάξη του, ειδικά αν πρόκειται για ένα νέο περιβάλλον. Η συνάντηση με το νέο του δάσκαλο μπορεί να βοηθήσει πολύ στο αίσθημα ασφάλειας!

Εμπλέκουμε το παιδί:

1) Θέτουμε στόχους: Ενθαρρύνουμε το παιδί να θέσει προσωπικούς στόχους για τη νέα σχολική χρονιά, είτε είναι ακαδημαϊκοί, είτε κοινωνικοί.

2) Δίνουμε την επιλογή: Αφήνουμε το παιδί να επιλέξει τα ρούχα του, το κολατσιό του και τις εξωσχολικές του δραστηριότητες. Η αίσθηση ελέγχου μπορεί να μειώσει το άγχος.

Προγραμματίζουμε την κοινωνικοποίηση:

1) Επανασυνδεόμαστε με φίλους: Κανονίζουμε συναντήσεις με φίλους από το σχολείο ή ενθαρρύνουμε το παιδί να επικοινωνήσει με τους συμμαθητές του πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς.

2) Παιχνίδι ρόλων: Εάν το άγχος του παιδιού εστιάζεται στις κοινωνικές συναναστροφές, το να “παίξουμε” κάποια συνήθη σενάρια μπορεί να το βοηθήσει να νιώσει προετοιμασμένο. Για παράδειγμα, πώς θα συστήσει τον εαυτό του ή πώς θα συμμετάσχει σε μία ομάδα.

Διατηρούμε αισιόδοξη στάση

1) Ενισχύουμε τα θετικά συναισθήματα: Δείχνουμε ενθουσιασμό για τη νέα σχολική χρονιά. Η στάση μας επηρεάζει το πώς νιώθει το παιδί μας.

2) Οργανώνουμε κάτι ξεχωριστό για την πρώτη μέρα: Προετοιμάζουμε ένα ξεχωριστό πρωινό ή βάζουμε ένα γλυκό σημείωμα μέσα στο ταπεράκι του παιδιού.

Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Ελεύθερη μετάφραση από το Institute of Child Psychology

Τι είναι η παιγνιοθεραπεία ή αλλιώς playtherapy;

Η Παιγνιοθεραπεία είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας που χρησιμοποιεί το παιχνίδι και την τέχνη ως κύριο μέσο έκφρασης, και είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στα παιδιά που χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη.

Mε την παιγνιοθεραπεία το παιδί εξερευνά τις σκέψεις & τα συναισθήματά του με δημιουργικό και δυναμικό τρόπο.

Είναι πολύ πιθανό ένα παιδί να δυσκολεύεται να μιλήσει για τα προβλήματά του. Μπορεί επίσης να μην έχει τις λέξεις που χρειάζονται για να περιγράψει πώς νιώθει, ή γιατί συμπεριφέρεται με τον τρόπο που συμπεριφέρεται. Μπορεί να μην αναγνωρίζει τις δυσκολίες του ή ακόμη και να μην μπορεί να τις εξηγήσει.

Η παιγνιοθεραπεία τού δίνει την ευκαιρία και το χρόνο να εκφραστεί μέσω του παιχνιδιού, χρησιμοποιώντας μια πληθώρα από εργαλεία που έχει στη διάθεσή του, όπως: ζωγραφική και σχέδιο, νερό και πηλό, άμμο και μινιατούρες, βιβλία και ασκήσεις χαλάρωσεις, μουσική, κίνηση και κουκλοθέατρο.

Σε μία συνεδρία playtherapy το παιδί ανακαλύπτει τη δημιουργικότητά του και εκφράζεται χρησιμοποιώντας μια πληθώρα από εργαλεία.

Οι παιγνιοθεραπευτικές συνεδρίες έχουν σκοπό να βοηθήσουν το παιδί να νιώσει καλά με τον εαυτό του. Επιπλέον, το βοηθούν να «δουλέψει» τυχόν τραυματικές εμπειρίες που μπορεί να κρατάνε το μυαλό του ‘’αιχμάλωτο’’. Και ένα «αιχμάλωτο» μυαλό δύσκολα μπορεί να είναι ανοιχτό στη μάθηση στο σχολείο ή στις σχέσεις με τους άλλους, συνομήλικους ή δασκάλους.

Μέσω του παιχνιδιού, το παιδί εκφράζει τα δύσκολα συναισθήματά του, μέσα από μία ιστορία ή μία μεταφορά. Η μεταφορά βοηθάει το παιδί να νιώσει ασφάλεια, γιατί δημιουργεί μία ψυχική απόσταση, αφού αυτό που λέει και εκφράζει δεν αφορά απευθείας τον ίδιο, αλλά το παιχνίδι του. Αυτή η αποστασιοποίηση το βοηθάει να επεξεργαστεί τα συναισθήματά του με λιγότερη ένταση και να βρει στο δικό του χρόνο, χωρίς πίεση, τις λύσεις που του ταιριάζουν.

Οι παιγνιοθεραπευτές/ τριες του PTI λαμβάνουν πλήρη ακαδημαϊκή και κλινική εκπαίδευση, πριν πιστοποιηθούν και είναι πλήρως διαπιστευμένοι από τον Βρετανικό Κρατικό Οργανισμό Professional Standards Authority (PSA).

Ποιος είπε ότι ο τέλειος γονιός είναι και καλός γονιός; Καιρός να χαλαρώσουμε!

Στην εποχή μας, η πίεση που νιώθουν οι γονείς είναι μεγάλη!  Από το ποιες σούπερ τροφές να επιλέξουν για το μωρό τους μέχρι τις πιο ψαγμένες δραστηριότητες για το μεγαλύτερο παιδί, οι γονείς παλεύουν να βρουν και να κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν. Και βέβαια να το αποδεικνύουν με χαμογελαστές και ανέμελες οικογενειακές φωτογραφίες, στο instagram! 

Τι θα λέγατε όμως αν σας έλεγαν ότι τελικά η γονεϊκότητα δεν αφορά την τελειότητα αλλά το να είμαστε απλά αρκετά καλοί; Ο Άγγλος παιδίατρος και ψυχαναλυτής Donald Winnicott εισηγήθηκε πρώτος τον όρο της «αρκετά καλής μητέρας», αναφέροντας πως ο ρόλος της μητέρας δεν είναι να είναι τέλεια απέναντι στο μωρό της αλλά να είναι αρκετά καλή, καθώς η τελειότητα… είναι ανέφικτη.

Γιατί δεν υπάρχει ένας και μοναδικός τέλειος τύπος γονιού. Υπάρχουν, αντιθέτως, διαφορετικοί αρκετά καλοί.

Τι σημαίνει «αρκετά καλός γονιός»;

Ξέρουμε πως οι γονείς παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή ενός παιδιού. Οι έρευνες μάς δείχνουν πως ο τρόπος που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας επηρεάζει την ανάπτυξή τους, την ψυχική ανθεκτικότητά τους και τις προσδοκίες που έχουν από τον εαυτό τους και τους άλλους. Δηλαδή, καθορίζει με έναν τρόπο τη συμπεριφορά τους και γενικότερα, το ευ ζην τους.

Ο Winnicott (1950) υποστηρίζει πως τα παιδιά επωφελούνται, όταν οι μητέρες τους κάποιες φορές «αποτυγχάνουν» να καλύψουν τις ανάγκες τους. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως οι γονείς μπορούν να παραμελούν τα παιδιά τους ή να μη διασφαλίζουν ένα ασφαλές περιβάλλον για να τα μεγαλώσουν. Τα παιδιά χρειάζεται να ξέρουν πως τα αγαπούν και είναι άξια φροντίδας.

Οι γονείς κάνουν λάθη και αυτό είναι οκ!

Ένας “αρκετά καλός” γονιός αντιλαμβάνεται όμως πως και η αποτυχία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Το βίωμα της λύπης, τα δάκρυα και ο θυμός αποτελούν κομμάτι της παιδικής ηλικίας και οι γονείς χρειάζεται να επιτρέπουν στα παιδιά τους να τα μάθουν. Ο “αρκετά καλός” γονιός ξέρεις πως είναι αδύνατον να καλύπτει διαρκώς κάθε ανάγκη του παιδιού, γνωρίζει δηλαδή ότι δεν γίνεται να είναι διαρκώς διαθέσιμος για το παιδί του.  

Τι περιλαμβάνει η “αρκετά καλή” γονεϊκότητα;

Ο Winnicott παρατήρησε πως όταν τα μωρά ήταν πολύ, πολύ μικρά, οι ανάγκες τους καλύπτονταν σχεδόν αμέσως. Όταν ένα μωρό κλαίει, η μητέρα την ίδια στιγμή θα το θηλάσει ή θα το αλλάξει.

Αλλά όσο το παιδί μεγαλώνει, δεν χρειάζεται απαραίτητα οι ανάγκες του να καλύπτονται αμέσως. Αυτό επιτρέπει στο παιδί να χτίσει ανθεκτικότητα απέναντι στη ματαίωση. Στην τελική τα πράγματα στη ζωή δεν πάνε πάντα, όπως τα προγραμματίζουμε ή όπως ακριβώς τα θέλουμε.

Οι γονείς εξακολουθούν βέβαια να καλύπτουν τις βασικές ανάγκες του παιδιού, να το αγαπούν και να το φροντίζουν, απλά δεν μπορούν πάντα να κάνουν τα πράγματα, όπως ακριβώς τα θέλει το παιδί.

Πώς μοιάζει ένας “αρκετά καλός” γονιός στην καθημερινή ζωή;

Ας ξεκινήσουμε ρωτώντας τον εαυτό μας “Τι χρειάζεται το παιδί μου από εμένα;”

Η “αρκετά καλή γονεϊκότητα” επικεντρώνεται στα συναισθήματα και τις ανάγκες του παιδιού, ανάλογα με την ηλικία του. Σε ένα μωρό, χρειάζεται να “απαντήσουμε” γρήγορα στην πείνα του. Ένας έφηβος όμως μαθαίνει να βρίσκει το δρόμο του, στη ζωή. Ένας “αρκετά καλός” γονιός θα χρειαστεί κάποιες φορές να επιτρέψει στο παιδί να αντιμετωπίσει και τις συνέπειες των επιλογών του, με ό,τι συναισθήματα αυτές συνεπάγονται. Ο γονιός δηλαδή βρίσκεται δίπλα στο παιδί είτε είναι λυπημένο είτε θυμωμένο, χωρίς όμως “να λύσει” το πρόβλημα ή να το “απαλλάξει” από τα συναισθήματά του.

Βέβαια, πάντα χρειάζεται να είμαστε δίκαιοι και ρεαλιστές. Για παράδειγμα, εάν είναι ώρα για βραδινό και το παιδί είναι κουρασμένο και πεινασμένο, δεν έχουμε την απαίτηση να μαζέψει εκείνη τη στιγμή και το δωμάτιό του!

Θέτουμε δίκαια και λογικά όρια!

Το να είμαστε “αρκετά καλός” γονιός σημαίνει ακόμα να αποδεχόμαστε το παιδί μας για αυτό που είναι. Τα παιδιά χρειάζονται άνευ όρων αγάπη για να αναπτύξουν μία υγιή είκονα για τον εαυτό τους. Αυτό σημαίνει πως εάν ένα παιδί ενδιαφέρεται περισσότερο για το ποδόσφαιρο από τα μαθηματικά (ή και το ανάποδο), δεν προσπαθούμε να το αλλάξουμε.

Την ίδια στιγμή θέτουμε όμως ξεκάθαρα όρια – όπως “Σε παρακαλώ μη με διακόπτεις, όταν μιλάω” ή “Θα ήθελα να χτυπάς την πόρτα πριν μπεις στο δωμάτιό μου”– και προσπαθούμε να είμαστε σταθεροί, όσον αφορά την τήρησή τους.

Αυτό βοηθάει όχι μόνο γιατί θέτει λογικά όρια στη σχέση με το παιδί μας (γιατί είμαστε γονείς του, όχι φιλαράκια του), αλλά επίσης του μαθαίνει να βάζει με τη σειρά του υγιή όρια και στις δικές του σχέσεις.

Τα πράγματα δεν πάνε πάντα, όπως τα σχεδιάζουμε.

Όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, τα πράγματα δεν πάνε πάντα, όπως τα θέλουμε ή όπως τα έχουμε υπολογίσει. Οπότε αν νιώθουμε θυμωμένοι με το παιδί μας, φροντίζουμε να του μιλήσουμε ήρεμα, δείχνοντάς του έτσι πώς ρυθμίζει κανείς το θυμό του. Αν δεν τα καταφέρουμε – πχ χάσουμε την ψυχραιμία μας και φωνάξουμε – τότε απολογούμαστε.  

Σημαντικό επίσης είναι να δίνουμε και στον εαυτό μας λίγο χρόνο. Αυτό σημαίνει πως δεν χρειάζεται να τα λύνουμε όλα επί τόπου. Μπορούμε να τα αφήσουμε για αύριο ή για κάποια άλλη στιγμή που θα έχουμε την ενέργεια και την υπομονή που χρειάζεται.

Και όταν το έχουμε ανάγκη, να μην ξεχνάμε να ζητάμε βοήθεια είτε από τον/τη σύντροφό μας ή την οικογένειά μας είτε από κάποιον επαγγελματία, σύμβουλο ή ψυχολόγο. Στην τελική όλα αυτά αφορούν το πώς να είμαστε αρκετά καλοί… όχι υπεράνθρωποι!

Κείμενο, ελεύθερη μετάφραση: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Αρχικό κείμενο: https://theconversation.com/parents-make-mistakes-so-what-does-good-enough-parenting-look-like-214146?fbclid=IwAR1uG5OY76xG-vrreItDgfEmQN0IMYT_L44pIRozkiCbXOSf8vYu_uPuTtw

Pictures from freepik.com

Συνέπειες: Τελικά μπορούν να αλλάξουν τη συμπεριφορά ενός παιδιού; 

photo by freepik

Στο σχολείο, μας ενημέρωσε η δασκάλα πως η κόρη μας χτύπησε ένα άλλο παιδί στο διάλειμμα. Τι κάνουμε; Την αφήνουμε να δει "οθόνες"  σαν να μην τρέχει τίποτα;

Έχει πάει αργά το απόγευμα και ακόμη το δωμάτιό του είναι ακατάστατο, ενώ είχαμε συμφωνήσει να το μαζέψει. Τι κάνουμε; Τρώμε πίτσα, όπως είχαμε κανονίσει; Ή τον τιμωρούμε ως συνέπεια της… ασυνέπειάς του;  

Οι πράξεις των παιδιών μας δεν πρέπει να έχουν συνέπειες; 

Μπορεί να σκέφτεστε πως τέτοιες πράξεις πρέπει να έχουν σοβαρές συνέπειες στη ζωή του παιδιού, γιατί έτσι μόνο θα μάθει να είναι υπεύθυνο στη ζωή του.

Πολλοί γονείς ακόμη πιστεύουν πως είναι απαραίτητο να κάνουν το παιδί να νιώσει άσχημα για τη συμπεριφορά του και ότι οι συνέπειες το βοηθούν να μάθει να πληρώνει για τα λάθη του. Με αυτό τον τρόπο καταλαβαίνει τι έκανε και δεν θα το ξανακάνει.

Ισχύει όμως αυτό; Μπορούν οι συνέπειες να αλλάξουν μια προβληματική συμπεριφορά;

Χρησιμοποιώντας τις συνέπειες για να αλλάξουμε μια συμπεριφορά

  • Πόσο συχνά χρησιμοποιείτε τις συνέπειες για να μάθετε στο παιδί σας να φέρεται σωστά; 
  • Θέλετε να ενθαρρύνετε το παιδί σας να καταλάβει από τα λάθη του και να γίνει καλύτερο; 
  • Εάν πιστεύετε πως οι συνέπειες είναι απαραίτητες, δεν είστε οι μόνοι. 
Πολλοί πιστεύουν πως οι συνέπειες δεν είναι μόνο καλές αλλά απαραίτητες για τη σωστή διαπαιδαγώγηση. Οι έρευνες όμως δείχνουν πως μάλλον κάτι τέτοιο δεν ισχύει. 

Όταν τα παιδιά φέρονται άσχημα, αυτό που πραγματικά μπορεί να τα βοηθήσει να αλλάξουν, είναι να τους συμπεριφερθούμε με ευγένεια και να τους δείξουμε το ενδιαφέρον μας.  

Γιατί, όταν τα παιδιά αισθάνονται πως ο γονιός τους προσπαθεί να τα κατανοήσει και δεν σπεύδει αμέσως να τα κατηγορήσει, είναι πιο πιθανό να προσπαθήσουν πράγματι να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους και να κάνουν μια καλύτερη επιλογή, την επόμενη φορά. 

Η ευγένεια και ο σεβασμός δεν επιβραβεύουν την κακή συμπεριφορά, αλλά βοηθούν στη δημιουργία μιας δυνατής σύνδεσης – ανάμεσα στο γονιό και το παιδί – που το ενθαρρύνει να αλλάξει. 

"Το παιδί μου μόλις παραδέχτηκε πως πλήγωσε κάποιον άλλο, και εγώ θα προσπαθήσω να το καταλάβω; Αυτό δεν μπορεί να είναι το σωστό"! 

Λοιπόν, ναι, ξέρετε, μπορεί η τιμωρία ή η απειλή να είναι ένας αυτόματος και εύκολος τρόπος για να σταματήσει εκείνη τη στιγμή η συμπεριφορά αλλά δεν μας εξασφαλίζει ότι δεν θα ξαναγίνει. Αντιθέτως, μπορεί να οδηγήσει το παιδί στο να μάθει να κρύβει τις πράξεις του καλύτερα, από το φόβο της τιμωρίας. 

To να μην υπάρχουν συνέπειες δεν σημαίνει πως το παιδί “τη γλιτώνει” με την ανυπακοή του!

Συχνά πιστεύουμε πως όταν αποδίδουμε ευθύνες και κατηγορούμε το παιδί μας, κάνουμε κάτι καλό και θετικό – του μαθαίνουμε να είναι υπεύθυνο. Αλλά όταν τα παιδιά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον που η κατηγορία είναι τρόπος ζωής, τότε γίνονται πιο αμυντικά, μαθαίνουν να κρύβουν τι τους συμβαίνει και τους είναι πιο εύκολο να κατηγορήσουν και να ρίξουν την ευθύνη σε κάποιον άλλον.

photo by freepik

Οι συνέπειες μπορεί να οδηγήσουν σε έναν φαύλο κύκλο κακής συμπεριφοράς – τιμωρίας. 

Αν αποδεχτούμε όμως το γεγονός πως τα παιδιά μας όσο μεγαλώνουν, θα κάνουν λάθη, θα πληγώνουν και θα πληγώνονται, θα τεστάρουν τα όριά μας και τις αντοχές μας, τότε ο δρόμος της κατανόησης και της εμπιστοσύνης μπορεί να έχει καλύτερα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα από αυτόν της τιμωρίας.  

Η τιμωρία και η πειθαρχία, έτσι ίσως όπως την έχουμε μάθει από τους παλιότερους, συχνά εστιάζει στο να κάνουν το παιδί να νιώσει άσχημα με τον εαυτό του. 

Ένα κλασικό κήρυγμα για το "πόσο κακό είναι να χτυπάμε" συνοδευόμενο μετά και από μία τιμωρία (πχ δεν έχει οθόνη σήμερα), όντως κάνει τικ σε πολλά κουτάκια της παραδοσιακής διαπαιδαγώγησης. Τι όμως μαθαίνει στα αλήθεια το παιδί με το να μένει τιμωρία  στο δωμάτιό του, αφού πρώτα "τα έχει ακούσει"  που χτύπησε το συμμαθητή του;    
  • Το να μην χρησιμοποιεί τον υπολογιστή για ένα απόγευμα δεν του μαθαίνει πώς να επιλύει τις διαφορές του
  • Το να μην δει τηλεόραση δεν του μαθαίνει πώς να συγκρατεί τα νεύρα του 
  • Το να μην πάει σινεμά ή να μην φάει γλυκό δεν του μαθαίνει πως να επανορθώνει για τα λάθη του 

Δεν βγάζει λοιπόν περισσότερο νόημα να βοηθάμε τα παιδιά μας στην αναζήτηση λύσεων για το πρόβλημά τους; 

Ο Dr. Haim Ginott εξηγεί στο βιβλίο του, Between Parent and Child ότι τις περισσότερες φορές, οι συνέπειες είναι τιμωρητικές και κάνουν το παιδί να νιώσει ακόμη πιο άσχημα με τον εαυτό του. 

Αντιθέτως εάν κάτσετε μαζί του και συζητήσετε τι συμβαίνει, τι νιώθει, γιατί συμπεριφέρθηκε έτσι και τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει τη συμπεριφορά του, το παιδί μπορεί να νιώσει ικανό να κάνει καλύτερες επιλογές στο μέλλον. 

Εάν το παιδί νιώθει άσχημα για αυτό που είναι, δεν θα ψάξει να βρει καλύτερες λύσεις για τη συμπεριφορά του. Απλά θα νιώθει απαίσια ή θα προσπαθήσει να ρίξει το φταίξιμο αλλού. 

Είναι όντως δύσκολο να διαχειριστούμε την ανυπακοή και την άρνηση συνεργασίας των παιδιών μας, τις περισσότερες φορές όμως συμπεριφέρονται με λάθος τρόπο, όταν ήδη νιώθουν άσχημα με τον εαυτό τους, συναισθηματικά φορτισμένα ή κουρασμένα.

Εκείνη τη μέρα που ο γιος σας λοιπόν δεν μάζεψε το δωμάτιό του, όπως το είχατε συμφωνήσει, μάλλον ήξερε ήδη πως αυτό που έκανε δεν ήταν σωστό. Αν τον τιμωρήσετε, πιθανότατα θα θυμώσει πιο πολύ με τον εαυτό του και ίσως και με εσάς. Εάν όμως καθίσετε και μιλήσετε για το τι έγινε, ακούσετε τι έχει να σας πει και του τονίσετε πόσο σημαντικό είναι για εσάς να τηρούνται οι συμφωνίες στο σπίτι, ίσως να σας εκπλήξει η ειλικρίνιά του και η ανάγκη του να αναλάβει τις ευθύνες του.

Επίσης, σημαντικό είναι να γνωρίζουμε τι μπορούμε να απαιτούμε από το παιδί μας, με βάση το ηλικιακό του στάδιο. Συχνά οι απαιτήσεις των γονιών δεν συνάδουν με την ηλικία του παιδιού. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο ένα παιδί 5 χρονών να μπορεί να έχει τον έλεγχο του χρόνου και να μην υποκύψει σε ένα ακόμη επεισόδιο της αγαπημένης του σειράς στο Netflix. Είναι δική μας δουλειά να φροντίζουμε και να θέτουμε ξεκάθαρα όρια και να βοηθάμε τα παιδιά μας να τα τηρούν.

Αντικαθιστώντας τις συνέπειες με θετική διαπαιδαγώγηση

  • Θέλουμε το παιδί μας να νιώθει άνετα να έρθει σε εμάς, ό, τι κι αν έχει κάνει ή έχει συμβεί.
  • Θυμόμαστε πως η καλή συμπεριφορά χρειάζεται πρακτική εξάσκηση, θέλει υπομονή και επιμονή.
  • Θέτουμε ξεκάθαρα όρια και τα τηρούμε.
  • Χρησιμοποιούμε στρατηγικές που σέβονται το παιδί μας.
  • Αντικαθιστούμε τις τιμωρίες με λύσεις που βοηθούν το παιδί να επιλέξει καλύτερα την επόμενη φορά.
Η θετική διαπαιδαγώγηση βοηθάει τα παιδιά να μάθουν να ελέγχουν μόνα τους τη συμπεριφορά τους όχι από φόβο τιμωρίας αλλά από αγάπη και σεβασμό στον εαυτό τους και τους άλλους. 

Αν δεν είστε σίγουροι πως να αντικαταστήσετε τις συνέπειες, ξεκινήστε στην αρχή με πιο απλές καθημερινές καταστάσεις.

Αφιερώστε του λίγο χρόνο κάθε μέρα και μιλήστε του με σεβασμό και ευγένεια.

Ακούστε το προσεκτικά, όσο σας μιλάει και προσπαθήστε να καταλάβει τι νιώθει.

Και το πιο σημαντικό… πιστέψτε πως το παιδί σας μπορεί να συμπεριφερθεί καλύτερα με τη δική σας βοήθεια και στοργική καθοδήγηση.

Ελεύθερη μετάφραση: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Πρωτότυπο κείμενο:

https://www.positiveparentingconnection.net/consequences-child-misbehaving/

Θυμός, επιθετικότητα και playtherapy

photo by freepik

Λένε πως η επίθεση αποτελεί την καλύτερη άμυνα. Κι αν το καλοσκεφτεί κανείς, όντως, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι προτιμότερο να επιτεθούμε σε αυτό που μας φοβίζει παρά να οπισθοχωρήσουμε. Το ίδιο ισχύει κι όταν τα παιδιά εκφράζουν επιθετική συμπεριφορά, φωνάζοντας, χτυπώντας ή και βρίζοντας. Συχνά αυτή η επίθεση, αποτελεί την άμυνά τους, μπροστά σε αυτό που τα τρομάζει, που τα στενοχωρεί, που τα φοβίζει.

Συχνά, τα παιδιά που είναι θυμωμένα είναι κατά βάθος πολύ λυπημένα. Η λύπη όμως είναι ένα “ευάλωτο” συναίσθημα, που δύσκολα μπορεί να σε προστατεύσει, όταν πιστεύεις πως είσαι σε κίνδυνο, ενώ ο θυμός είναι δυναμικός και μπορεί να σου παρέχει ένα αίσθημα ελέγχου και ασφάλειας.

Γιατί κάποια παιδιά έχουν επιθετική συμπεριφορά;

  • Η επιθετική συμπεριφορά (bullying) μπορεί να προσφέρει στο παιδί ένα αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς, όταν κατά βάθος αυτό που νιώθει μέσα του είναι φόβος.
  • Τα παιδιά που φαίνονται θυμωμένα, συχνά είναι παιδιά θλιμμένα. Χρησιμοποιούν το θυμό και την επίθεση για να προστατεύσουν τον εαυτό τους από το να νιώθουν ανεπιθύμητα, ανάξια αγάπης, προσοχής και φροντίδας.
  • Τα παιδιά που έχουν επιθετική συμπεριφορά συχνά νιώθουν εσωτερικά πολύ εύθραυστα, γεγονός που τα οδηγεί να βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή να αντικρούσουν πιθανές επιθέσεις ή επικρίσεις.

Πώς μπορούμε να τα βοηθήσουμε;

  • Με ενεργητική ακρόαση, βοηθάμε να τα ηρεμήσουμε. Για παράδειγμα “Πωπω… πρέπει να είσαι πολύ θυμωμένος αυτή τη στιγμή!”
  • Η ενεργητική ακρόαση πραγματικά αποτελεί λύση! Όταν ένα παιδί νιώσει ότι το καταλαβαίνουν, παύει να νιώθει πως χρειάζεται να δείξει τι του συμβαίνει, μέσα από τη συμπεριφορά του. Όταν τα παιδιά νιώθουν πως δεν τα ακούν ή πως δεν τα καταλαβαίνουν, θα το δείξουν αυτό μέσα από τη συμπεριφορά τους, και αυτή συχνά γίνεται όλο και χειρότερη μέχρι να νιώσουν πως τα καταλαβαίνουμε.
  • Θέτουμε όρια! Ήρεμα, ήπια αλλά ξεκάθαρα όρια, χωρίς να ξεχνάμε να τονίζουμε πως δεν είναι για χτύπημα, ούτε ο εαυτός τους ούτε οι άλλοι.

Πώς μπορεί η παιγνιοθεραπεία να βοηθήσει;

  • Σε μία συνεδρία playtherapy, το παιδί μπορεί να εκφράσει το θυμό του (τη λύπη, το φόβο, το άγχος του κτλ) σε ένα ασφαλές θεραπευτικό περιβάλλον.
  • Όταν αυτά τα συναισθήματα λύπης και φόβου βγουν στην επιφάνεια, η θεραπεύτρια μπορεί να βοηθήσει το παιδί να τα αναγνωρίσει, να τα αποδεχθεί και να τα “επουλώσει”.
  • Eίναι πιο εύκολο για ένα παιδί να “μιλήσει” για αυτά που το ζορίζουν, παίζοντας. Τα παιχνίδια γίνονται οι λέξεις του παιδιού και μέσα από το παιχνίδι, εκφράζει τις σκέψεις του και τα συναισθήματά του για ό,τι του συμβαίνει. Η θεραπεύτρια ακούει αυτά που της λέει, αποδέχεται το παιδί όπως είναι και με την καθοδήγηση της αναζητούν μαζί να βρουν τις λύσεις που του ταιριάζουν και μπορούν να κάνουν το παιδί να νιώσει πιο χαρούμενο στη ζωή του.

Είναι το παιδί σου τελειομανές; Μάθε πώς μπορείς να το βοηθήσεις!

Σε έναν κόσμο όπου ένα μεγάλο μέρος της παιδικής και εφηβικής ηλικίας αφορά τις επιδόσεις των παιδιών στο σχολείο, στις ξένες γλώσσες, στα αθλήματα, στις κοινωνικές συναναστροφές, στους βαθμούς (με αποκορύφωμα τις Πανελλήνιες) είναι λογικό οι γονείς να δυσκολεύονται να κατανοήσουν αν τελικά με τη συμπεριφορά τους βοηθάνε τα παιδιά να πετύχουν τους στόχους τους ή απλά τα πιέζουν πάρα πολύ. 

Πιέζοντας ένα παιδί υπερβολικά, μπορεί να το οδηγήσει να αναζητά διαρκώς το τέλειο χωρίς να υπολογίζει το κόστος, γεγονός που δυστυχώς έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχική του υγεία. 

Ως εξωτερικός παρατηρητής/παρατηρήτρια, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς αν το παιδί θέτει συνειδητά πολύ υψηλούς στόχους ή αν είναι τελικά εμμονικό με τον έλεγχο και την τελειότητα. Η μεγάλη διαφορά βρίσκεται στο κίνητρο που οδηγεί στη συγκεκριμένη συμπεριφορά.

Ένα παιδί που θέτει συνειδητά υψηλούς στόχους, απολαμβάνει την επιτυχία του και αντιμετωπίζει τα όποια εμπόδια εμφανιστούν στο δρόμο του, επίσης, με επιτυχία. Το κίνητρο όμως ενός τελειομανή είναι ο φόβος της αποτυχίας και οι υψηλοί στόχοι που πετυχαίνει έχουν να κάνουν όχι με τον ίδιο αλλά με τους άλλους. Αφορούν μια διαρκή προσπάθεια να αποδείξει την αξία του στους άλλους. Ο τελειομανής προσπαθεί πάσει θυσία να μην αποτύχει, γιατί οποιαδήποτε αποτυχία μπορεί να σημαίνει για αυτόν ότι δεν είναι καλός και αυτό δεν το αντέχει!

Στην ουσία, η τελειομανία λειτουργεί ως παγίδα. Στην προσπάθεια να διατηρήσει το άτομο τo αψεγάδιαστo προσωπείο του, πρέπει οπωσδήποτε να κρύψει τις αδυναμίες του. Αυτό μπορεί να το εμποδίσει από το να αναζητήσει βοήθεια, όταν τη χρειάζεται. 

Πολλές έρευνες τονίζουν τις αρνητικές συνέπειες της τελειομανίας. Σύμφωνα με τον Gordon Flett, έναν από τους κορυφαίους ερευνητές στο Πανεπιστήμιο York του Καναδά, η τελειομανία συνδέεται με εξαιρετικά υψηλό άγχος, κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές ακόμη και με αυτοκτονικές τάσεις.  Επίσης, πρόσφατες μελέτες συνδέουν την τελειομανία με τη διπολική διαταραχή και εξηγούν πώς η συγκεκριμένη διαταραχή συνδέεται με το άγχος.

Οι επιπτώσεις όμως της τελειομανίας δεν είναι μόνο ψυχικές αλλά και σωματικές. Υψηλή αρτηριακή πίεση, καρδιαγγειακές νόσοι και η λίστα συνεχίζεται…

Δυστυχώς, η τελειομανία στους νέους έχει εκτοξευτεί σε σχέση με παλιότερα. Σε μια πρόσφατη δημοσίευση στο Clinical Psychology Review, οι ερευνητές μιλούν για μία τάση (socially prescribed perfectionism) που συνδέεται με «την όλο και πιο ανταγωνιστική και ατομικιστική κοινωνία» που μεγαλώνουν τα παιδιά. Σύμφωνα με αυτή την τάση, τα άτομα πιστεύουν πως “το κοινωνικό τους πλαίσιο είναι υπερβολικά απαιτητικό, οι άλλοι είναι σκληροί επικριτές τους και χρειάζεται να είναι τέλειοι για να είναι κοινωνικά αποδεκτοί”.

Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε;

H τελειομανία ενός παιδιού μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία του, οδηγώντας το ακόμη και σε burnout. Ο Flett υποστηρίζει πως ο τρόπος που μπορούμε να βοηθήσουμε ως γονείς/ φροντίστες ένα παιδί με τάσεις τελειομανίας είναι «να φέρουμε στην επιφάνεια» τον τρόπο που σκέφτεται ένα τελειομανές μυαλό, βοηθώντας το παιδί να αλλάξει οπτική και να μάθει να αποδέχεται τα όριά του. 

Κάποιοι προτεινόμενοι τρόποι:

Συμβάλλουμε στην απόκτηση επίγνωσης

Ο τελειομανής τρόπος σκέψης έχει τις ρίζες του στην παιδική ηλικία. Τα στοιχεία δείχνουν πως η επίγνωση του τρόπου που σκέφτεται ένας τελειομανής – πώς δρα στην πράξη, ποιo είναι το πιθανό τίμημα που μπορεί να πληρώσει κτλ – μπορεί να περιορίσει την εκδήλωση τελειομανίας σε ένα παιδί. Για να το πετύχουμε αυτό, μπορούμε να εισάγουμε την ιδέα του “good enough” (αρκετά καλά). Την έννοια δηλαδή ότι δεν χρειάζεται σε ό,τι κάνουμε να αποδίδουμε πάντα στο υψηλότερο επίπεδο.

Αντιμετωπίζουμε τη στενοχώρια ως φυσιολογική

Οι νέοι άνθρωποι έχουν ανάγκη να ακούσουν πως είναι φυσιολογικό να νιώθουν κάποιες φορές στενοχωρημένοι ή θλιμμένοι, πως τα αρνητικά συναισθήματα είναι κομμάτι μιας φυσιολογικής ζωής και όχι σημάδι προσωπικής ήττας. O Flett λέει πως το να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα απλά λέγοντας, «Αυτό ακούγεται πραγματικά δύσκολο» ή «Μπορώ να καταλάβω πώς νιώθεις», μπορεί να βοηθήσει το παιδί να νιώσει λιγότερο μόνο και να καταλάβει πως αυτό που νιώθει είναι κάτι φυσιολογικό.

Οι γονείς μπορούν να μιλήσουν για τις δικές τους αποτυχίες, τι έμαθαν από αυτές και τι έκαναν όταν ένιωθαν απογοητευμένοι για να ανεβάσουν το ηθικό τους, πχ ζήτησαν βοήθεια από κάποιον έμπιστο φίλο τους. 

Ενθαρρύνουμε την αυτο-συμπόνια και την αυτό-συγχώρεση 

Βοηθάμε το παιδί να πει κάτι καλό στον εαυτό του (όπως αυτό που θα έλεγε σε έναν φίλο του). Επίσης, το ενθαρρύνουμε να περιορίσει την επικριτική φωνή μέσα του, λέγοντας στον εαυτό του κάτι του τύπου: Είναι οκ, Γιώργο! Έκανες αυτό που μπορούσες.

Το να συγχωρούμε τον εαυτό μας που είμαστε άνθρωποι δεν σημαίνει πως αγνοούμε τις αποτυχίες. Σημαίνει πως ανοίγουμε τους ορίζοντές μας στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την αποτυχία. Επαναπροσδιορίζουμε τους στόχους μας για την επόμενη φορά αλλά δεν σπαταλάμε την ενέργειά μας με αδιέξοδη κριτική και επιπλέον πόνο. 

Γινόμαστε πρότυπα στην πράξη

Η μεγάλη ζημιά που προκαλεί η τελειομανία προέρχεται κατά κύριο λόγο από τον τρόπο που αντιδράμε σε αυτήν. Όταν βιώνουμε μια προσωπική αναποδιά, μπορούμε να πούμε φωναχτά: Δεν χρειάζεται να χτυπάω τον εαυτό μου. Όλοι κάνουν λάθη. Τα παιδιά παρατηρούν τον τρόπο που εμείς οι ίδιοι/ες αντιμετωπίζουμε την αποτυχία και πόσο σκληροί/ες είμαστε με τον εαυτό μας. Με το να δείχνουμε τον τρόπο της υγιούς αντιμετώπισης ενός λάθους, μαθαίνουμε στα παιδιά μας πώς να το κάνουν και αυτά. Πολύ συχνά οι γονείς νιώθουμε πως πρέπει να είμαστε ένα τέλειο πρότυπο για τα παιδιά μας, αλλά η τελειότητα δεν είναι κάτι που χρειάζονται τα παιδιά. Το να κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε και με το να δείχνουμε ότι νοιαζόμαστε είναι παραπάνω από αρκετό. Είναι το ιδανικό. 

Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Πηγές:

https://www.washingtonpost.com/parenting/2022/03/08/perfectionist-youth-parent-tips/?utm_campaign=wp_on_parenting&utm_medium=email&utm_source=newsletter&wpisrc=nl_parent&carta-url=https%3A%2F%2Fs2.washingtonpost.com%2Fcar-ln-tr%2F3642a9c%2F6230bb4f9d2fda34e7d2c30b%2F596a11e69bbc0f6d71c93121%2F34%2F50%2F6230bb4f9d2fda34e7d2c30b&fbclid=IwAR2QqzYs3FnwBv7O1snZPHKNNhwtnHY5xv6pdsJVlrfLp6oBPIiZTqL4HkU

https://www.sciencedirect.com/science/article/abs/pii/S0272735822000150?dgcid=coauthor

https://www.psyxology.gr/blog/39-αποψεισ/1010-τελειομανία,-ελάττωμα-ή-προτέρημα.html

https://www.medicalnewstoday.com/articles/323323#How-perfectionism-affects-our-overall-health

Στο παρακάτω video, ο καθηγητής Hewitt από το Πανεπιστήμιο York του Καναδά εξηγεί τι είναι τελειομανία και πώς μπορούμε να αποφύγουμε τις επιβλαβείς συνέπειές της.

Πώς να μιλήσουμε στα παιδιά για τον πόλεμο και για το τι συμβαίνει στην Ουκρανία; Επίκαιρες συζητήσεις.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κυριαρχεί στην επικαιρότητα και οι εικόνες του πολέμου γεμίζουν τις οθόνες μας. Ο φόβος είναι μεγάλος και εάν εμείς έχουμε αναστατωθεί, για τα παιδιά η είδηση του πολέμου μπορεί να είναι τρομακτική.

Λέξεις όπως, “βομβαρδισμοί”, “εισβολή”, “3ος Παγκόσμιος Πόλεμος” ακούγονται τριγύρω μας και ακόμη κι αν αποφεύγετε να βλέπετε ειδήσεις ή να συζητάτε αυτά τα θέματα μπροστά στα παιδιά σας, είναι δύσκολο να ελέγξετε τι θα πει κάποιος στην παιδική χαρά ή τι θα συζητήσει το ένα παιδί με το άλλο στο σχολείο.

Πώς λοιπόν θα εξηγήσουμε στα παιδιά μας τι συμβαίνει στην Ουκρανία; Πώς θα τα βοηθήσουμε να διαχειριστούν το άγχος που τους προκαλεί η είδηση του πολέμου (και την ίδια στιγμή τι θα το κάνουμε και το δικό μας άγχος);

Πώς να προσεγγίσετε το θέμα;

Ως γονείς και φροντιστές θέλουμε να μαθαίνουμε τα παιδιά μας καινούργια πράγματα, να τους μεταφέρουμε γνώση και πληροφορίες και να τους δείχνουμε όσα ξέρουμε. Ίσως να θέλουμε να τους εξηγήσουμε με ιστορικούς αλλά και οικονομικοπολιτικούς όρους το τι συμβαίνει με τη Ρωσία και την Ουκρανία, τι είναι ο πόλεμος, πού βρίσκονται τώρα τα στρατεύματα, γιατί ο πόλεμος είναι κάτι κακό κτλ. Αυτή η προσέγγιση όμως μπορεί να κάνει τα παιδιά μας να νιώσουν εκτεθειμένα και τελικά όλη αυτή η πληροφορία αντί να τα βοηθήσει να κατανοήσουν τα γεγονότα, να τα καταβάλλει και να τα αγχώσει.

Συνήθως τα παιδιά, όταν θέλουν να μάθουν κάτι, απλά ρωτούν. Έχουν την έμφυτη τάση να κάνουν αυθόρμητες ερωτήσεις για ό,τι τους ενδιαφέρει να ξέρουν.

Αν λοιπόν ρωτήσουν ή θεωρήσουμε πως χρειάζεται να τους δώσουμε κάποια εξήγηση για τον πόλεμο, είναι πολύ σημαντικό πρώτα να σκεφτούμε πώς νιώθουμε εμείς για αυτό που συμβαίνει και μετά να αναλογιστούμε πόση πληροφορία θα θέλαμε να μεταφέρουμε στο παιδί μας. Αν για παράδειγμα είμαστε αρκετά αγχωμένοι, τότε καλύτερα να περιμένουμε κάποια άλλη στιγμή που θα νιώθουμε καλύτερα. Ίσως, να αποφασίσουμε πως καλύτερα θα ήταν να μιλήσει κάποιος άλλος που να νιώθει λιγότερο stress (πχ ο μπαμπάς, η θεία ή ο παππούς).

Καλή ιδέα θα ήταν να ξεκινήσουμε τη συζήτηση με μια γενική ερώτηση. Για παράδειγμα: «Έχετε μιλήσει για τον πόλεμο στο σχολείο;» και να ακούσουμε τι έχει να μας πει το παιδί.

Πώς μπορούμε να μιλήσουμε για τον πόλεμο χωρίς να τα φοβήσουμε;

Για αρχή, χρειάζεται να τους εξηγήσουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται μακριά από την Ουκρανία. Όσο κι αν ο πόλεμος είναι κάτι που δεν πρέπει να συνηθίζουμε, δεν παύει ταυτόχρονα να είναι ένα γεγονός που συμβαίνει σε διάφορα σημεία του πλανήτη καθόλη τη διάρκεια της ζωής του παιδιού και τη δική μας.

Πιθανότατα, τα παιδιά θα θέλουν να μιλήσουν για τις άμεσες συνέπειες του πολέμου στους ανθρώπους, εκεί. Προσέχουμε το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούμε και αφήνουμε το παιδί να μας οδηγήσει με τις ερωτήσεις του.

Μπορούμε να τους προτείνουμε να κάνουν μια ζωγραφιά ή ένα κολάζ. Ας αφήσουμε τον τίτλο ανοιχτό, να τον επιλέξει το παιδί.

Ενεργητική ακρόαση

Αυτή η τεχνική βοηθάει, όταν το παιδί θέλει να μάθει περισσότερα. Αυτό που κάνουμε λοιπόν είναι να έχουμε όλη μας την προσοχή στραμμένη στο παιδί, καθόλη τη διάρκεια της συζήτησης. Ακούμε αυτό που μας ρωτάει και απαντάμε σε αυτό, χωρίς να δίνουμε περισσότερες πληροφορίες. Απαντάμε δηλαδή ακριβώς στην ερώτηση. Συνήθως, οι άνθρωποι έχουμε μία τάση να λέμε περισσότερα, να μοιραζόμαστε πιο πολλά από όσα μας ζητήθηκαν. Και σε αυτή τη συζήτηση αυτό σίγουρα δεν χρειάζεται να το κάνουμε.

Και εάν δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις στις ερωτήσεις του, απλά λέμε ότι δεν ξέρουμε. Μπορεί να πούμε πως θα το ψάξουμε και όταν θα βρούμε την απάντηση θα την μοιραστούμε μαζί του.

Πώς να μιλήσουμε σε παιδιά διαφορετικών ηλικιών

Τέτοιες ειδήσεις μπορεί να προκαλέσουν άγχος στα παιδιά, αν δεν τις χειριστούμε με τον σωστό τρόπο. Δεν υπάρχει βέβαια μόνο ένας τρόπος, καθώς κάθε παιδί είναι διαφορετικό. Eίναι σημαντικό όμως να προσεγγίσουμε το θέμα με ευαισθησία και κατανόηση. Επίσης, σημαντικό είναι να ξέρουμε πως τα παιδιά θα νιώσουν ανήσυχα και στην περίπτωση που τελικά δεν τους μιλάει κανείς για αυτά που συμβαίνουν και τα απασχολούν. Θα σκεφτούν πως είναι κάτι πολύ τρομακτικό που όλοι αποφεύγουν να το συζητήσουν. 

Κάτω από τα 7 έτη

Σε αυτό το ηλικιακό γκρουπ, δεν χρειάζεται να μιλήσουμε για το τι συμβαίνει. Αλλά αν κάτι ακούσουν ή δουν στις ειδήσεις και ρωτήσουν, είναι πολύ σημαντικό να τα κάνουμε να νιώσουν ασφαλή και να τους εξηγήσουμε ότι αυτό δεν συμβαίνει εδώ. Σε αυτές τις ηλικίες, τα παιδιά δεν είναι ανάγκη να τα φορτώνουμε με ειδήσεις που δεν μπορούν να καταλάβουν ή να διαχειριστούν. Οπότε αν δεν σας το αναφέρουν, μην το ανοίξετε το θέμα. Αφήστε τα στην υπέροχη άγνοιά τους.  

Μεταξύ 8 και 12 ετών 

Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά καταλαβαίνουν περισσότερο τον κόσμο που βρίσκονται. Θα έχουν διαβάσει στην Ιστορία για διάφορους πολέμους που έχουν γίνει, οπότε θα έχουν μια σχετική ιδέα.   

Σημαντικό εδώ είναι πώς προσεγγίζουμε την ανησυχία τους. Δεν τα ρωτάμε γιατί ανησυχούν. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να τα βοηθήσουμε να βρουν τρόπους να αντιμετωπίσουν την ανησυχία τους. Τα ρωτάμε πώς νιώθουν και τι πιστεύουν πώς μπορούν να κάνουν για αυτό. 

Επίσης, σημαντικό είναι να αποφεύγουμε να κάνουμε συζητήσεις σχετικές με τον πόλεμο ή τα θέματα μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας με άλλους ενήλικες, όταν τα παιδιά είναι μπροστά. 

12 ετών και πάνω

Εδώ καλό είναι να τα ρωτήσουμε τι ακριβώς ξέρουν σχετικά με το θέμα και να τα καθησυχάσουμε αν νιώθουν πολύ ανήσυχα. 

Είναι σημαντικό να τους πούμε πως όλα όσα βλέπουν στα social media, δεν είναι πάντοτε ακριβή και να τους προτείνουμε πιο έγκυρα ενημερωτικά site. 

Οι έφηβοι μπορούν να ψάξουν να διαβάσουν την ιστορία των πολέμων στην Ευρώπη, αν τους ενδιαφέρει, μπορούν να διαβάσουν για την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, την ιστορία της Ουκρανίας κτλ και να κάνουμε μαζί μια συζήτηση πάνω στο γιατί συμβαίνουν οι πόλεμοι και την άποψή μας πάνω στο θέμα. 

Ελεύθερη μετάφραση: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια (εκ)

Original post: How to talk to children about what’s happening in Ukraine and World War Three Anxiety