10 λόγοι για να επισκεφτείτε έναν παιδοψυχολόγο

Η ανατροφή των παιδιών στη σύγχρονη κοινωνία δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οι ρυθμοί της ζωής, οι πιέσεις του σχολικού περιβάλλοντος, η έλλειψη χρόνου ή ακόμα και τα απρόβλεπτα γεγονότα ζωής μπορούν να προκαλέσουν δυσκολίες και να κάνουν κάθε γονιό να νιώσει αβοήθητος στο δύσκολο ρόλο του.

Συχνά αυτές οι δυσκολίες λύνονται στο σπίτι αλλά μερικές φορές η οικογένεια χρειάζεται βοήθεια από κάποιον ψυχολόγο και εξειδικευμένο θεραπευτή για να μπορέσει να καταλάβει τι συμβαίνει στο παιδί και πώς μπορεί να το υποστηρίξει για να νιώσει ξανά ευτυχισμένο.

Οι λόγοι που συνήθως οδηγούν τους γονείς να φέρουν τα παιδιά τους στο γραφείο ενός ψυχολόγου μπορεί να  είναι πολλοί και διαφορετικοί μεταξύ τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε:

  • Δυσκολία προσαρμογής στο σχολείο
  • Άγχος αποχωρισμού
  • Διάσπαση προσοχής
  • Δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις
  • Επιθετικότητα
  • Αδελφική ζήλια, αλλαγή στη ζωή του παιδιού μετά τη γέννηση ενός ακόμα παιδιού
  • Χαμηλή αυτοεκτίμηση, άγχος
  • Αλλαγές στην οικογενειακή κατάσταση (επικείμενο διαζύγιο των γονέων, πένθος κ.ά.)
  • Ασθένειες των παιδιών ή των γονιών τους
  • Τραυματικά γεγονότα

Mε την κατάλληλη στήριξη και βοήθεια, οι γονείς μπορούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις και τις δυσκολίες του γονεϊκού ρόλου και να καταφέρουν να υποστηρίζουν μια υγιή και χαρούμενη οικογένεια.

Συνέπειες: Τελικά μπορούν να αλλάξουν τη συμπεριφορά ενός παιδιού; 

photo by freepik

Στο σχολείο, μας ενημέρωσε η δασκάλα πως η κόρη μας χτύπησε ένα άλλο παιδί στο διάλειμμα. Τι κάνουμε; Την αφήνουμε να δει "οθόνες"  σαν να μην τρέχει τίποτα;

Έχει πάει αργά το απόγευμα και ακόμη το δωμάτιό του είναι ακατάστατο, ενώ είχαμε συμφωνήσει να το μαζέψει. Τι κάνουμε; Τρώμε πίτσα, όπως είχαμε κανονίσει; Ή τον τιμωρούμε ως συνέπεια της… ασυνέπειάς του;  

Οι πράξεις των παιδιών μας δεν πρέπει να έχουν συνέπειες; 

Μπορεί να σκέφτεστε πως τέτοιες πράξεις πρέπει να έχουν σοβαρές συνέπειες στη ζωή του παιδιού, γιατί έτσι μόνο θα μάθει να είναι υπεύθυνο στη ζωή του.

Πολλοί γονείς ακόμη πιστεύουν πως είναι απαραίτητο να κάνουν το παιδί να νιώσει άσχημα για τη συμπεριφορά του και ότι οι συνέπειες το βοηθούν να μάθει να πληρώνει για τα λάθη του. Με αυτό τον τρόπο καταλαβαίνει τι έκανε και δεν θα το ξανακάνει.

Ισχύει όμως αυτό; Μπορούν οι συνέπειες να αλλάξουν μια προβληματική συμπεριφορά;

Χρησιμοποιώντας τις συνέπειες για να αλλάξουμε μια συμπεριφορά

  • Πόσο συχνά χρησιμοποιείτε τις συνέπειες για να μάθετε στο παιδί σας να φέρεται σωστά; 
  • Θέλετε να ενθαρρύνετε το παιδί σας να καταλάβει από τα λάθη του και να γίνει καλύτερο; 
  • Εάν πιστεύετε πως οι συνέπειες είναι απαραίτητες, δεν είστε οι μόνοι. 
Πολλοί πιστεύουν πως οι συνέπειες δεν είναι μόνο καλές αλλά απαραίτητες για τη σωστή διαπαιδαγώγηση. Οι έρευνες όμως δείχνουν πως μάλλον κάτι τέτοιο δεν ισχύει. 

Όταν τα παιδιά φέρονται άσχημα, αυτό που πραγματικά μπορεί να τα βοηθήσει να αλλάξουν, είναι να τους συμπεριφερθούμε με ευγένεια και να τους δείξουμε το ενδιαφέρον μας.  

Γιατί, όταν τα παιδιά αισθάνονται πως ο γονιός τους προσπαθεί να τα κατανοήσει και δεν σπεύδει αμέσως να τα κατηγορήσει, είναι πιο πιθανό να προσπαθήσουν πράγματι να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους και να κάνουν μια καλύτερη επιλογή, την επόμενη φορά. 

Η ευγένεια και ο σεβασμός δεν επιβραβεύουν την κακή συμπεριφορά, αλλά βοηθούν στη δημιουργία μιας δυνατής σύνδεσης – ανάμεσα στο γονιό και το παιδί – που το ενθαρρύνει να αλλάξει. 

"Το παιδί μου μόλις παραδέχτηκε πως πλήγωσε κάποιον άλλο, και εγώ θα προσπαθήσω να το καταλάβω; Αυτό δεν μπορεί να είναι το σωστό"! 

Λοιπόν, ναι, ξέρετε, μπορεί η τιμωρία ή η απειλή να είναι ένας αυτόματος και εύκολος τρόπος για να σταματήσει εκείνη τη στιγμή η συμπεριφορά αλλά δεν μας εξασφαλίζει ότι δεν θα ξαναγίνει. Αντιθέτως, μπορεί να οδηγήσει το παιδί στο να μάθει να κρύβει τις πράξεις του καλύτερα, από το φόβο της τιμωρίας. 

To να μην υπάρχουν συνέπειες δεν σημαίνει πως το παιδί “τη γλιτώνει” με την ανυπακοή του!

Συχνά πιστεύουμε πως όταν αποδίδουμε ευθύνες και κατηγορούμε το παιδί μας, κάνουμε κάτι καλό και θετικό – του μαθαίνουμε να είναι υπεύθυνο. Αλλά όταν τα παιδιά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον που η κατηγορία είναι τρόπος ζωής, τότε γίνονται πιο αμυντικά, μαθαίνουν να κρύβουν τι τους συμβαίνει και τους είναι πιο εύκολο να κατηγορήσουν και να ρίξουν την ευθύνη σε κάποιον άλλον.

photo by freepik

Οι συνέπειες μπορεί να οδηγήσουν σε έναν φαύλο κύκλο κακής συμπεριφοράς – τιμωρίας. 

Αν αποδεχτούμε όμως το γεγονός πως τα παιδιά μας όσο μεγαλώνουν, θα κάνουν λάθη, θα πληγώνουν και θα πληγώνονται, θα τεστάρουν τα όριά μας και τις αντοχές μας, τότε ο δρόμος της κατανόησης και της εμπιστοσύνης μπορεί να έχει καλύτερα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα από αυτόν της τιμωρίας.  

Η τιμωρία και η πειθαρχία, έτσι ίσως όπως την έχουμε μάθει από τους παλιότερους, συχνά εστιάζει στο να κάνουν το παιδί να νιώσει άσχημα με τον εαυτό του. 

Ένα κλασικό κήρυγμα για το "πόσο κακό είναι να χτυπάμε" συνοδευόμενο μετά και από μία τιμωρία (πχ δεν έχει οθόνη σήμερα), όντως κάνει τικ σε πολλά κουτάκια της παραδοσιακής διαπαιδαγώγησης. Τι όμως μαθαίνει στα αλήθεια το παιδί με το να μένει τιμωρία  στο δωμάτιό του, αφού πρώτα "τα έχει ακούσει"  που χτύπησε το συμμαθητή του;    
  • Το να μην χρησιμοποιεί τον υπολογιστή για ένα απόγευμα δεν του μαθαίνει πώς να επιλύει τις διαφορές του
  • Το να μην δει τηλεόραση δεν του μαθαίνει πώς να συγκρατεί τα νεύρα του 
  • Το να μην πάει σινεμά ή να μην φάει γλυκό δεν του μαθαίνει πως να επανορθώνει για τα λάθη του 

Δεν βγάζει λοιπόν περισσότερο νόημα να βοηθάμε τα παιδιά μας στην αναζήτηση λύσεων για το πρόβλημά τους; 

Ο Dr. Haim Ginott εξηγεί στο βιβλίο του, Between Parent and Child ότι τις περισσότερες φορές, οι συνέπειες είναι τιμωρητικές και κάνουν το παιδί να νιώσει ακόμη πιο άσχημα με τον εαυτό του. 

Αντιθέτως εάν κάτσετε μαζί του και συζητήσετε τι συμβαίνει, τι νιώθει, γιατί συμπεριφέρθηκε έτσι και τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει τη συμπεριφορά του, το παιδί μπορεί να νιώσει ικανό να κάνει καλύτερες επιλογές στο μέλλον. 

Εάν το παιδί νιώθει άσχημα για αυτό που είναι, δεν θα ψάξει να βρει καλύτερες λύσεις για τη συμπεριφορά του. Απλά θα νιώθει απαίσια ή θα προσπαθήσει να ρίξει το φταίξιμο αλλού. 

Είναι όντως δύσκολο να διαχειριστούμε την ανυπακοή και την άρνηση συνεργασίας των παιδιών μας, τις περισσότερες φορές όμως συμπεριφέρονται με λάθος τρόπο, όταν ήδη νιώθουν άσχημα με τον εαυτό τους, συναισθηματικά φορτισμένα ή κουρασμένα.

Εκείνη τη μέρα που ο γιος σας λοιπόν δεν μάζεψε το δωμάτιό του, όπως το είχατε συμφωνήσει, μάλλον ήξερε ήδη πως αυτό που έκανε δεν ήταν σωστό. Αν τον τιμωρήσετε, πιθανότατα θα θυμώσει πιο πολύ με τον εαυτό του και ίσως και με εσάς. Εάν όμως καθίσετε και μιλήσετε για το τι έγινε, ακούσετε τι έχει να σας πει και του τονίσετε πόσο σημαντικό είναι για εσάς να τηρούνται οι συμφωνίες στο σπίτι, ίσως να σας εκπλήξει η ειλικρίνιά του και η ανάγκη του να αναλάβει τις ευθύνες του.

Επίσης, σημαντικό είναι να γνωρίζουμε τι μπορούμε να απαιτούμε από το παιδί μας, με βάση το ηλικιακό του στάδιο. Συχνά οι απαιτήσεις των γονιών δεν συνάδουν με την ηλικία του παιδιού. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο ένα παιδί 5 χρονών να μπορεί να έχει τον έλεγχο του χρόνου και να μην υποκύψει σε ένα ακόμη επεισόδιο της αγαπημένης του σειράς στο Netflix. Είναι δική μας δουλειά να φροντίζουμε και να θέτουμε ξεκάθαρα όρια και να βοηθάμε τα παιδιά μας να τα τηρούν.

Αντικαθιστώντας τις συνέπειες με θετική διαπαιδαγώγηση

  • Θέλουμε το παιδί μας να νιώθει άνετα να έρθει σε εμάς, ό, τι κι αν έχει κάνει ή έχει συμβεί.
  • Θυμόμαστε πως η καλή συμπεριφορά χρειάζεται πρακτική εξάσκηση, θέλει υπομονή και επιμονή.
  • Θέτουμε ξεκάθαρα όρια και τα τηρούμε.
  • Χρησιμοποιούμε στρατηγικές που σέβονται το παιδί μας.
  • Αντικαθιστούμε τις τιμωρίες με λύσεις που βοηθούν το παιδί να επιλέξει καλύτερα την επόμενη φορά.
Η θετική διαπαιδαγώγηση βοηθάει τα παιδιά να μάθουν να ελέγχουν μόνα τους τη συμπεριφορά τους όχι από φόβο τιμωρίας αλλά από αγάπη και σεβασμό στον εαυτό τους και τους άλλους. 

Αν δεν είστε σίγουροι πως να αντικαταστήσετε τις συνέπειες, ξεκινήστε στην αρχή με πιο απλές καθημερινές καταστάσεις.

Αφιερώστε του λίγο χρόνο κάθε μέρα και μιλήστε του με σεβασμό και ευγένεια.

Ακούστε το προσεκτικά, όσο σας μιλάει και προσπαθήστε να καταλάβει τι νιώθει.

Και το πιο σημαντικό… πιστέψτε πως το παιδί σας μπορεί να συμπεριφερθεί καλύτερα με τη δική σας βοήθεια και στοργική καθοδήγηση.

Ελεύθερη μετάφραση: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Πρωτότυπο κείμενο:

https://www.positiveparentingconnection.net/consequences-child-misbehaving/

Πώς να μιλήσω στο παιδί μου για τη σεξουαλική παρενόχληση;

Αυτές τις μέρες κυκλοφορούν δυστυχώς πολύ δυσάρεστες ειδήσεις σχετικές με τη παιδική σεξουαλική κακοποίηση. Ως γονείς λογικό είναι να ανησυχούμε και να αναρωτιόμαστε πώς να μιλήσουμε στα παιδιά μας για αυτό.

Τι λέμε λοιπόν;

Πολύ συχνά από την ανάγκη μας να προστατεύσουμε τα παιδιά μας, μπορεί σε τέτοιου είδους συζητήσεις να λέμε περισσότερα από όσα μπορεί να καταλάβει το παιδί μας (ειδικά αν είναι σε μικρή ηλικία) με αποτέλεσμα περισσότερο να το φοβίζουμε παρά να το προστατεύουμε. Από την άλλη εάν επιλέξουμε να πούμε λιγότερα, τότε πάλι μπορεί να το “αφήνουμε” με τρομακτικές σκέψεις και απορίες.

Το σίγουρο είναι πως όσο δύσκολο θέμα κι αν είναι, χρειάζεται να κάνουμε αυτή τη συζήτηση.

Το τι λέμε… πάντα εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού. Σε γενικές γραμμές, πρώτα, απαντάμε στις ερωτήσεις του και καταλαβαίνουμε τις σκέψεις του και μετά μοιραζόμαστε τις δικές μας σκέψεις και συμβουλές.

Πρώτα μαθαίνουμε τι έχει ακούσει

… από τους φίλους, την τηλεόραση, τα social media. Κάποια στιγμή λοιπόν που έχετε χρόνο να κάνετε τη συζήτηση (και δεν βιάζεστε να φύγετε εσείς ή το παιδί), πχ όταν κάθεστε και μοιράζεστε τα νέα της ημέρας σας, μπορείτε να το ρωτήσετε τι έχει ακούσει σχετικά με το θέμα της παρενόχλησης ή γενικά για μεγαλύτερους άνδρες να πλησιάζουν μικρά κορίτσια – ό,τι δηλαδή μοιάζει περίπου με το θέμα των ημερών.

Θυμηθείτε! Πρώτα θέλετε να σας μιλήσει το παιδί σας και όχι να μιλήσετε εσείς!

Έτσι μαθαίνετε τι γνωρίζει για το θέμα (αν γνωρίζει κάτι) και το ενθαρρύνετε να σας μιλήσει. Επίσης, του δίνετε τη δυνατότητα να σας ρωτήσει όποιες απορίες έχει ή κάτι που δεν έχει καταλάβει. Έτσι του δείχνετε πως είστε διαθέσιμοι και μπορείτε να ακούσετε ό,τι κι αν έχει να σας πει, χωρίς να το επικρίνετε ή να το διακόπτετε.

Μετά απαντάμε στις ερωτήσεις του…

Σκοπός σας είναι να του δώσετε τις πληροφορίες, μιλώντας του σε μία γλώσσα κατανοητή και απλή, πάντα λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του. Δεν χρειάζεται να μπείτε σε λεπτομέρειες, αλλά ούτε να πείτε και πολύ λίγα ειδικά σε περίπτωση που θέλει να μάθει περισσότερα.

Το να αποφεύγουμε να αναφέρουμε τα γεγονότα δεν προστατεύει τα παιδιά μας από τις οδυνηρές πληροφορίες. Αντιθέτως, τα αφήνει ευάλωτα στη φαντασία τους που συνήθως τη χρησιμοποιούν για να γεμίζουν τα κενά, όταν οι ενήλικες δεν είναι πρόθυμοι να τους εξηγήσουν. Και πιστέψτε με… αυτό που φαντάζονται μπορεί να είναι πολύ χειρότερο από αυτό που πραγματικά συμβαίνει.

Μετά μιλάμε για τις σκέψεις του και το τι πιστεύει…

Και στο τέλος, μοιραζόμαστε τις δικές μας σκέψεις και συμβουλές.

Στόχος τέτοιων συζητήσεων είναι να προσφέρουμε στο παιδί τη δυνατότητα να σκεφτεί σχετικά με το τι είναι επιτρεπτό και τι όχι, και βέβαια είναι απαραίτητο να του πούμε τι πιστεύουμε εμείς σχετικά με το τι είναι σωστό και τι λάθος.

Χρειάζεται εδώ να συζητήσουμε το πότε είναι οκ να μας ακουμπήσει κάποιος άλλος άνθρωπος, τι σημαίνει συναίνεση, πότε ξεπερνώνται τα όρια. Εδώ εξηγούμε ποια σημεία του σώματος δεν επιτρέπεται να μας ακουμπήσουν άλλοι, πώς πρέπει να αντιδράσει αν συμβεί και σε ποιον να στραφεί για βοήθεια.

Ειδικά στα μικρότερα παιδιά, μπορούμε να μιλήσουμε για τον κανόνα των εσωρούχων. Τι λέει; Είναι απλό. Κανείς δεν μπορεί να αγγίξει ή να χαϊδέψει το παιδί στα σημεία του σώματός του που καλύπτονται από εσώρουχο.

Θυμίστε του, πως ό,τι κι αν συμβεί, εσείς πάντα θα είστε δίπλα του πρόθυμοι να ακούσετε τις σκέψεις και τις ανησυχίες του.

Χρειάζεται να του τονίσετε πόσο σημαντικό είναι να σας μιλήσει αν κάτι που του συμβαίνει, το κάνει να νιώθει ντροπή ή φόβο.

Γιατί είναι καθησυχαστικό να ξέρει ένα παιδί πως ακόμη κι εάν κάτι κακό συμβεί ή σε αυτό ή σε κάποιο άλλο παιδί, υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο για να σιγουρευτούμε πως αυτό δεν πρόκειται να ξαναγίνει ποτέ.

Σίγουρα αυτή η συζήτηση δεν είναι εύκολη. Αλλά είναι απαραίτητη, γιατί έτσι μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να γνωρίζουν τι είναι επιτρεπτό και τι όχι, όσον αφορά το σώμα το δικό τους και των άλλων.

Κείμενο: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

References

“Child Mind Institute”, https://childmind.org/blog/how-to-talk-to-children-about-sexual-harassment/

Social Policy.gr

Δεν μπορώ! Κι όμως υπάρχει!  

Όπως υπάρχει και Δεν θέλω. 

Κάποτε μας λέγανε πως δεν υπάρχει “δεν μπορώ”, υπάρχει “δεν θέλω”. Και όντως μπορεί αυτή η φράση να λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη κάποιες στιγμές στη ζωή μας, μήπως όμως υπεραπλουστεύει τα πράγματα, μιλώντας μόνο για τη δύναμη της θέλησης; 

Μήπως κατά βάθος κρύβει έναν εγωιστή δυνάστη που θέλει να μας κάνει να νιώθουμε ενοχικά απέναντι σε κάτι που δεν μπορούμε να κάνουμε, υποστηρίζοντας πως ο μόνος λόγος που δεν μπορούμε, είναι απλά ότι δεν το θέλουμε όσο θα έπρεπε;

Και πόσο εύκολα βγαίνουν έξω από τη συζήτηση οι λόγοι και οι συνθήκες που μας επηρεάζουν και μας εμποδίζουν να πετύχουμε αυτό που θέλουμε; 

Και όχι! Οι λόγοι που δεν μπορούμε, δεν είναι πάντα δικαιολογίες για να μην πετυχαίνουμε. Και αυτό σίγουρα δεν χρειάζεται να το ακούει ένα παιδί!

Γιατί πολλά πράγματα που θεωρούμε αυτονόητα ότι μπορούμε να τα κάνουμε με μόνη δύναμη τη θέλησή μας, τα παιδιά απλά δεν μπορούν. Γιατί δεν είναι αναπτυξιακά ή νευρολογικά έτοιμα να μπορούν, ακόμη κι αν το θέλουν. 

Κάποια “δεν μπορώ” ισχύουν για όλα τα παιδιά. Για παράδειγμα, στην ηλικία των 5 ετών τα περισσότερα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν την αφηρημένη σκέψη γιατί δεν είναι ακόμη ο εγκέφαλός τους έτοιμος να την κατανοήσει (πχ δεν θα καταλάβουν μία ειρωνία ή ένα αστείο που θα πουν οι μεγάλοι) ή δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα συναισθήματά τους και εύκολα κυριεύονται από αυτά.

Αλλά όχι μόνο. Και εκείνο το παιδί στο σχολείο μπορεί να θέλει να μην κουνιέται στην καρέκλα του θρανίου αλλά να μη μπορεί. Μπορεί να θέλει να μην τσακωθεί με τον φίλο του αλλά να μη μπορεί να κρατήσει τον θυμό του. Τόσα πολλά πράγματα που δεν μπορούν να κάνουν κάποια παιδιά ανεξάρτητα με το αν το θέλουν. 

Και αυτό το παιδί, και το κάθε παιδί, τελικά το τι θα μπορέσει να κάνει εξαρτάται κυρίως από τη στήριξη και την αποδοχή των άλλων γύρω του, των δασκάλων του, των γονιών του, των φροντιστών του, όλης της κοινωνίας στην οποία ζει… 

Αυτό το παιδί μπορεί να μάθει πώς να διαχειρίζεται το θυμό του, πώς να ελέγχει καλύτερα τις παρορμήσεις του, πώς να σχετίζεται, αρκεί εμείς γύρω του να είμαστε δίπλα του. Παρόλα αυτά, μπορεί πάντα το σώμα του να κινείται λίγο περισσότερο από των άλλων γύρω του ή να μην γίνει ποτέ καλός στην ορθογραφία. Γιατί υπάρχει εν τέλει και το “δεν μπορώ” και όχι μόνο το “δεν θέλω”. Και αυτό ας το θυμόμαστε πριν κατηγορήσουμε με ευκολία τη θέλησή του.

Για κάθε παιδί, λοιπόν, που από το “δεν μπορώ” κατακτά το “κοιτά, μπορώ!”, αυτό συμβαίνει πολύ συχνά επειδή κάποιοι βρέθηκαν δίπλα του και το στήριξαν. Επειδή το δικό του “δεν μπορώ”, το κάνανε, αν θέλεις, μπορούμε να προσπαθήσουμε μαζί. 

Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος ΜΑ, Παιγνιοθεραπεύτρια




Θυμός, επιθετικότητα και playtherapy

photo by freepik

Λένε πως η επίθεση αποτελεί την καλύτερη άμυνα. Κι αν το καλοσκεφτεί κανείς, όντως, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι προτιμότερο να επιτεθούμε σε αυτό που μας φοβίζει παρά να οπισθοχωρήσουμε. Το ίδιο ισχύει κι όταν τα παιδιά εκφράζουν επιθετική συμπεριφορά, φωνάζοντας, χτυπώντας ή και βρίζοντας. Συχνά αυτή η επίθεση, αποτελεί την άμυνά τους, μπροστά σε αυτό που τα τρομάζει, που τα στενοχωρεί, που τα φοβίζει.

Συχνά, τα παιδιά που είναι θυμωμένα είναι κατά βάθος πολύ λυπημένα. Η λύπη όμως είναι ένα “ευάλωτο” συναίσθημα, που δύσκολα μπορεί να σε προστατεύσει, όταν πιστεύεις πως είσαι σε κίνδυνο, ενώ ο θυμός είναι δυναμικός και μπορεί να σου παρέχει ένα αίσθημα ελέγχου και ασφάλειας.

Γιατί κάποια παιδιά έχουν επιθετική συμπεριφορά;

  • Η επιθετική συμπεριφορά (bullying) μπορεί να προσφέρει στο παιδί ένα αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς, όταν κατά βάθος αυτό που νιώθει μέσα του είναι φόβος.
  • Τα παιδιά που φαίνονται θυμωμένα, συχνά είναι παιδιά θλιμμένα. Χρησιμοποιούν το θυμό και την επίθεση για να προστατεύσουν τον εαυτό τους από το να νιώθουν ανεπιθύμητα, ανάξια αγάπης, προσοχής και φροντίδας.
  • Τα παιδιά που έχουν επιθετική συμπεριφορά συχνά νιώθουν εσωτερικά πολύ εύθραυστα, γεγονός που τα οδηγεί να βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή να αντικρούσουν πιθανές επιθέσεις ή επικρίσεις.

Πώς μπορούμε να τα βοηθήσουμε;

  • Με ενεργητική ακρόαση, βοηθάμε να τα ηρεμήσουμε. Για παράδειγμα “Πωπω… πρέπει να είσαι πολύ θυμωμένος αυτή τη στιγμή!”
  • Η ενεργητική ακρόαση πραγματικά αποτελεί λύση! Όταν ένα παιδί νιώσει ότι το καταλαβαίνουν, παύει να νιώθει πως χρειάζεται να δείξει τι του συμβαίνει, μέσα από τη συμπεριφορά του. Όταν τα παιδιά νιώθουν πως δεν τα ακούν ή πως δεν τα καταλαβαίνουν, θα το δείξουν αυτό μέσα από τη συμπεριφορά τους, και αυτή συχνά γίνεται όλο και χειρότερη μέχρι να νιώσουν πως τα καταλαβαίνουμε.
  • Θέτουμε όρια! Ήρεμα, ήπια αλλά ξεκάθαρα όρια, χωρίς να ξεχνάμε να τονίζουμε πως δεν είναι για χτύπημα, ούτε ο εαυτός τους ούτε οι άλλοι.

Πώς μπορεί η παιγνιοθεραπεία να βοηθήσει;

  • Σε μία συνεδρία playtherapy, το παιδί μπορεί να εκφράσει το θυμό του (τη λύπη, το φόβο, το άγχος του κτλ) σε ένα ασφαλές θεραπευτικό περιβάλλον.
  • Όταν αυτά τα συναισθήματα λύπης και φόβου βγουν στην επιφάνεια, η θεραπεύτρια μπορεί να βοηθήσει το παιδί να τα αναγνωρίσει, να τα αποδεχθεί και να τα “επουλώσει”.
  • Eίναι πιο εύκολο για ένα παιδί να “μιλήσει” για αυτά που το ζορίζουν, παίζοντας. Τα παιχνίδια γίνονται οι λέξεις του παιδιού και μέσα από το παιχνίδι, εκφράζει τις σκέψεις του και τα συναισθήματά του για ό,τι του συμβαίνει. Η θεραπεύτρια ακούει αυτά που της λέει, αποδέχεται το παιδί όπως είναι και με την καθοδήγηση της αναζητούν μαζί να βρουν τις λύσεις που του ταιριάζουν και μπορούν να κάνουν το παιδί να νιώσει πιο χαρούμενο στη ζωή του.

Η συμμετοχή μας, στο 2ο Διεθνές Συνέδριο για το παιχνίδι  “Play on Early Education”!

εισηγήτρια, Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Στο 2ο Διεθνές Συνέδριο για το Παιχνίδι που έγινε στην Αθήνα είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε εξέχοντες ομιλητές/τριες και επιστήμονες από όλο τον κόσμο. Μαζί τους, κάναμε ένα ταξίδι εξερεύνησης και προβληματισμού για τον ρόλο του παιχνιδιού στο σχολείο του αύριο.

Στο συνέδριο, συμμετείχε ως εισηγήτρια και η ψυχολόγος Χαρά Σφέτσα, όπου μίλησε για τα οφέλη της παιγνιοθεραπείας αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαν οι θεραπευτές παιδιών και εφήβων, κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Μπορούν τα παιδιά να παίξουν χωρίς να αγγίζονται και πόσο σημαντικό είναι να ακουμπιόμαστε;

Το άγγιγμα είναι βασικό κομμάτι της ανάπτυξής μας και ένας σημαντικός τρόπος με τον οποίο συνδεόμαστε. Τα μωρά θέλουν επαφή skin to skin για να νιώσουν ασφαλή. Τα παιδιά τρελαίνονται για παιχνίδι όπου το ένα σκαρφαλώνει στο άλλο, αγκαλιάζονται, παλεύουν.

“Παίζουμε μάχες, μαμά!! Δεν το κάνουμε στα αλήθεια!!”

Η πανδημία όμως και η αγωνία για ανάρμοστα αγγίγματα όλο και απομακρύνει τα παιδιά από το να αγγίζονται. Επίσης, υπάρχει η έγνοια ότι αν τα αφήσουμε να παλεύουν, πολύ γρήγορα αυτό το παιχνίδι μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικά χτυπήματα.

Πώς μπορεί η παιγνιοθεραπεία να βοηθήσει; Πώς χρησιμοποιούμε το άγγιγμα ως θεραπευτικό εργαλείο; Είναι το “άγριο” παιχνίδι κάτι που μπορούμε να επιτρέπουμε και ποια είναι τα σημάδια που μας δείχνουν ότι πια δεν είναι παιχνίδι αλλά έχει μετατραπεί σε αληθινό καβγά;

2ο Διεθνές Συνέδριο Play on Athens

Την ευθύνη και την διοργάνωση του συνεδρίου την είχε το ελληνικό διακεκριμένο play-based σχολείο Dorothy Snot preschool & kindergarten.

Μάθετε περισσότερα εδώ:

https://www.playonathens.com/speakers/presenters/hara-sfetsa.html

Είναι το παιδί σου τελειομανές; Μάθε πώς μπορείς να το βοηθήσεις!

Σε έναν κόσμο όπου ένα μεγάλο μέρος της παιδικής και εφηβικής ηλικίας αφορά τις επιδόσεις των παιδιών στο σχολείο, στις ξένες γλώσσες, στα αθλήματα, στις κοινωνικές συναναστροφές, στους βαθμούς (με αποκορύφωμα τις Πανελλήνιες) είναι λογικό οι γονείς να δυσκολεύονται να κατανοήσουν αν τελικά με τη συμπεριφορά τους βοηθάνε τα παιδιά να πετύχουν τους στόχους τους ή απλά τα πιέζουν πάρα πολύ. 

Πιέζοντας ένα παιδί υπερβολικά, μπορεί να το οδηγήσει να αναζητά διαρκώς το τέλειο χωρίς να υπολογίζει το κόστος, γεγονός που δυστυχώς έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχική του υγεία. 

Ως εξωτερικός παρατηρητής/παρατηρήτρια, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς αν το παιδί θέτει συνειδητά πολύ υψηλούς στόχους ή αν είναι τελικά εμμονικό με τον έλεγχο και την τελειότητα. Η μεγάλη διαφορά βρίσκεται στο κίνητρο που οδηγεί στη συγκεκριμένη συμπεριφορά.

Ένα παιδί που θέτει συνειδητά υψηλούς στόχους, απολαμβάνει την επιτυχία του και αντιμετωπίζει τα όποια εμπόδια εμφανιστούν στο δρόμο του, επίσης, με επιτυχία. Το κίνητρο όμως ενός τελειομανή είναι ο φόβος της αποτυχίας και οι υψηλοί στόχοι που πετυχαίνει έχουν να κάνουν όχι με τον ίδιο αλλά με τους άλλους. Αφορούν μια διαρκή προσπάθεια να αποδείξει την αξία του στους άλλους. Ο τελειομανής προσπαθεί πάσει θυσία να μην αποτύχει, γιατί οποιαδήποτε αποτυχία μπορεί να σημαίνει για αυτόν ότι δεν είναι καλός και αυτό δεν το αντέχει!

Στην ουσία, η τελειομανία λειτουργεί ως παγίδα. Στην προσπάθεια να διατηρήσει το άτομο τo αψεγάδιαστo προσωπείο του, πρέπει οπωσδήποτε να κρύψει τις αδυναμίες του. Αυτό μπορεί να το εμποδίσει από το να αναζητήσει βοήθεια, όταν τη χρειάζεται. 

Πολλές έρευνες τονίζουν τις αρνητικές συνέπειες της τελειομανίας. Σύμφωνα με τον Gordon Flett, έναν από τους κορυφαίους ερευνητές στο Πανεπιστήμιο York του Καναδά, η τελειομανία συνδέεται με εξαιρετικά υψηλό άγχος, κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές ακόμη και με αυτοκτονικές τάσεις.  Επίσης, πρόσφατες μελέτες συνδέουν την τελειομανία με τη διπολική διαταραχή και εξηγούν πώς η συγκεκριμένη διαταραχή συνδέεται με το άγχος.

Οι επιπτώσεις όμως της τελειομανίας δεν είναι μόνο ψυχικές αλλά και σωματικές. Υψηλή αρτηριακή πίεση, καρδιαγγειακές νόσοι και η λίστα συνεχίζεται…

Δυστυχώς, η τελειομανία στους νέους έχει εκτοξευτεί σε σχέση με παλιότερα. Σε μια πρόσφατη δημοσίευση στο Clinical Psychology Review, οι ερευνητές μιλούν για μία τάση (socially prescribed perfectionism) που συνδέεται με «την όλο και πιο ανταγωνιστική και ατομικιστική κοινωνία» που μεγαλώνουν τα παιδιά. Σύμφωνα με αυτή την τάση, τα άτομα πιστεύουν πως “το κοινωνικό τους πλαίσιο είναι υπερβολικά απαιτητικό, οι άλλοι είναι σκληροί επικριτές τους και χρειάζεται να είναι τέλειοι για να είναι κοινωνικά αποδεκτοί”.

Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε;

H τελειομανία ενός παιδιού μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία του, οδηγώντας το ακόμη και σε burnout. Ο Flett υποστηρίζει πως ο τρόπος που μπορούμε να βοηθήσουμε ως γονείς/ φροντίστες ένα παιδί με τάσεις τελειομανίας είναι «να φέρουμε στην επιφάνεια» τον τρόπο που σκέφτεται ένα τελειομανές μυαλό, βοηθώντας το παιδί να αλλάξει οπτική και να μάθει να αποδέχεται τα όριά του. 

Κάποιοι προτεινόμενοι τρόποι:

Συμβάλλουμε στην απόκτηση επίγνωσης

Ο τελειομανής τρόπος σκέψης έχει τις ρίζες του στην παιδική ηλικία. Τα στοιχεία δείχνουν πως η επίγνωση του τρόπου που σκέφτεται ένας τελειομανής – πώς δρα στην πράξη, ποιo είναι το πιθανό τίμημα που μπορεί να πληρώσει κτλ – μπορεί να περιορίσει την εκδήλωση τελειομανίας σε ένα παιδί. Για να το πετύχουμε αυτό, μπορούμε να εισάγουμε την ιδέα του “good enough” (αρκετά καλά). Την έννοια δηλαδή ότι δεν χρειάζεται σε ό,τι κάνουμε να αποδίδουμε πάντα στο υψηλότερο επίπεδο.

Αντιμετωπίζουμε τη στενοχώρια ως φυσιολογική

Οι νέοι άνθρωποι έχουν ανάγκη να ακούσουν πως είναι φυσιολογικό να νιώθουν κάποιες φορές στενοχωρημένοι ή θλιμμένοι, πως τα αρνητικά συναισθήματα είναι κομμάτι μιας φυσιολογικής ζωής και όχι σημάδι προσωπικής ήττας. O Flett λέει πως το να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα απλά λέγοντας, «Αυτό ακούγεται πραγματικά δύσκολο» ή «Μπορώ να καταλάβω πώς νιώθεις», μπορεί να βοηθήσει το παιδί να νιώσει λιγότερο μόνο και να καταλάβει πως αυτό που νιώθει είναι κάτι φυσιολογικό.

Οι γονείς μπορούν να μιλήσουν για τις δικές τους αποτυχίες, τι έμαθαν από αυτές και τι έκαναν όταν ένιωθαν απογοητευμένοι για να ανεβάσουν το ηθικό τους, πχ ζήτησαν βοήθεια από κάποιον έμπιστο φίλο τους. 

Ενθαρρύνουμε την αυτο-συμπόνια και την αυτό-συγχώρεση 

Βοηθάμε το παιδί να πει κάτι καλό στον εαυτό του (όπως αυτό που θα έλεγε σε έναν φίλο του). Επίσης, το ενθαρρύνουμε να περιορίσει την επικριτική φωνή μέσα του, λέγοντας στον εαυτό του κάτι του τύπου: Είναι οκ, Γιώργο! Έκανες αυτό που μπορούσες.

Το να συγχωρούμε τον εαυτό μας που είμαστε άνθρωποι δεν σημαίνει πως αγνοούμε τις αποτυχίες. Σημαίνει πως ανοίγουμε τους ορίζοντές μας στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την αποτυχία. Επαναπροσδιορίζουμε τους στόχους μας για την επόμενη φορά αλλά δεν σπαταλάμε την ενέργειά μας με αδιέξοδη κριτική και επιπλέον πόνο. 

Γινόμαστε πρότυπα στην πράξη

Η μεγάλη ζημιά που προκαλεί η τελειομανία προέρχεται κατά κύριο λόγο από τον τρόπο που αντιδράμε σε αυτήν. Όταν βιώνουμε μια προσωπική αναποδιά, μπορούμε να πούμε φωναχτά: Δεν χρειάζεται να χτυπάω τον εαυτό μου. Όλοι κάνουν λάθη. Τα παιδιά παρατηρούν τον τρόπο που εμείς οι ίδιοι/ες αντιμετωπίζουμε την αποτυχία και πόσο σκληροί/ες είμαστε με τον εαυτό μας. Με το να δείχνουμε τον τρόπο της υγιούς αντιμετώπισης ενός λάθους, μαθαίνουμε στα παιδιά μας πώς να το κάνουν και αυτά. Πολύ συχνά οι γονείς νιώθουμε πως πρέπει να είμαστε ένα τέλειο πρότυπο για τα παιδιά μας, αλλά η τελειότητα δεν είναι κάτι που χρειάζονται τα παιδιά. Το να κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε και με το να δείχνουμε ότι νοιαζόμαστε είναι παραπάνω από αρκετό. Είναι το ιδανικό. 

Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια

Πηγές:

https://www.washingtonpost.com/parenting/2022/03/08/perfectionist-youth-parent-tips/?utm_campaign=wp_on_parenting&utm_medium=email&utm_source=newsletter&wpisrc=nl_parent&carta-url=https%3A%2F%2Fs2.washingtonpost.com%2Fcar-ln-tr%2F3642a9c%2F6230bb4f9d2fda34e7d2c30b%2F596a11e69bbc0f6d71c93121%2F34%2F50%2F6230bb4f9d2fda34e7d2c30b&fbclid=IwAR2QqzYs3FnwBv7O1snZPHKNNhwtnHY5xv6pdsJVlrfLp6oBPIiZTqL4HkU

https://www.sciencedirect.com/science/article/abs/pii/S0272735822000150?dgcid=coauthor

https://www.psyxology.gr/blog/39-αποψεισ/1010-τελειομανία,-ελάττωμα-ή-προτέρημα.html

https://www.medicalnewstoday.com/articles/323323#How-perfectionism-affects-our-overall-health

Στο παρακάτω video, ο καθηγητής Hewitt από το Πανεπιστήμιο York του Καναδά εξηγεί τι είναι τελειομανία και πώς μπορούμε να αποφύγουμε τις επιβλαβείς συνέπειές της.

Πώς να μιλήσουμε στα παιδιά για τον πόλεμο και για το τι συμβαίνει στην Ουκρανία; Επίκαιρες συζητήσεις.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κυριαρχεί στην επικαιρότητα και οι εικόνες του πολέμου γεμίζουν τις οθόνες μας. Ο φόβος είναι μεγάλος και εάν εμείς έχουμε αναστατωθεί, για τα παιδιά η είδηση του πολέμου μπορεί να είναι τρομακτική.

Λέξεις όπως, “βομβαρδισμοί”, “εισβολή”, “3ος Παγκόσμιος Πόλεμος” ακούγονται τριγύρω μας και ακόμη κι αν αποφεύγετε να βλέπετε ειδήσεις ή να συζητάτε αυτά τα θέματα μπροστά στα παιδιά σας, είναι δύσκολο να ελέγξετε τι θα πει κάποιος στην παιδική χαρά ή τι θα συζητήσει το ένα παιδί με το άλλο στο σχολείο.

Πώς λοιπόν θα εξηγήσουμε στα παιδιά μας τι συμβαίνει στην Ουκρανία; Πώς θα τα βοηθήσουμε να διαχειριστούν το άγχος που τους προκαλεί η είδηση του πολέμου (και την ίδια στιγμή τι θα το κάνουμε και το δικό μας άγχος);

Πώς να προσεγγίσετε το θέμα;

Ως γονείς και φροντιστές θέλουμε να μαθαίνουμε τα παιδιά μας καινούργια πράγματα, να τους μεταφέρουμε γνώση και πληροφορίες και να τους δείχνουμε όσα ξέρουμε. Ίσως να θέλουμε να τους εξηγήσουμε με ιστορικούς αλλά και οικονομικοπολιτικούς όρους το τι συμβαίνει με τη Ρωσία και την Ουκρανία, τι είναι ο πόλεμος, πού βρίσκονται τώρα τα στρατεύματα, γιατί ο πόλεμος είναι κάτι κακό κτλ. Αυτή η προσέγγιση όμως μπορεί να κάνει τα παιδιά μας να νιώσουν εκτεθειμένα και τελικά όλη αυτή η πληροφορία αντί να τα βοηθήσει να κατανοήσουν τα γεγονότα, να τα καταβάλλει και να τα αγχώσει.

Συνήθως τα παιδιά, όταν θέλουν να μάθουν κάτι, απλά ρωτούν. Έχουν την έμφυτη τάση να κάνουν αυθόρμητες ερωτήσεις για ό,τι τους ενδιαφέρει να ξέρουν.

Αν λοιπόν ρωτήσουν ή θεωρήσουμε πως χρειάζεται να τους δώσουμε κάποια εξήγηση για τον πόλεμο, είναι πολύ σημαντικό πρώτα να σκεφτούμε πώς νιώθουμε εμείς για αυτό που συμβαίνει και μετά να αναλογιστούμε πόση πληροφορία θα θέλαμε να μεταφέρουμε στο παιδί μας. Αν για παράδειγμα είμαστε αρκετά αγχωμένοι, τότε καλύτερα να περιμένουμε κάποια άλλη στιγμή που θα νιώθουμε καλύτερα. Ίσως, να αποφασίσουμε πως καλύτερα θα ήταν να μιλήσει κάποιος άλλος που να νιώθει λιγότερο stress (πχ ο μπαμπάς, η θεία ή ο παππούς).

Καλή ιδέα θα ήταν να ξεκινήσουμε τη συζήτηση με μια γενική ερώτηση. Για παράδειγμα: «Έχετε μιλήσει για τον πόλεμο στο σχολείο;» και να ακούσουμε τι έχει να μας πει το παιδί.

Πώς μπορούμε να μιλήσουμε για τον πόλεμο χωρίς να τα φοβήσουμε;

Για αρχή, χρειάζεται να τους εξηγήσουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται μακριά από την Ουκρανία. Όσο κι αν ο πόλεμος είναι κάτι που δεν πρέπει να συνηθίζουμε, δεν παύει ταυτόχρονα να είναι ένα γεγονός που συμβαίνει σε διάφορα σημεία του πλανήτη καθόλη τη διάρκεια της ζωής του παιδιού και τη δική μας.

Πιθανότατα, τα παιδιά θα θέλουν να μιλήσουν για τις άμεσες συνέπειες του πολέμου στους ανθρώπους, εκεί. Προσέχουμε το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούμε και αφήνουμε το παιδί να μας οδηγήσει με τις ερωτήσεις του.

Μπορούμε να τους προτείνουμε να κάνουν μια ζωγραφιά ή ένα κολάζ. Ας αφήσουμε τον τίτλο ανοιχτό, να τον επιλέξει το παιδί.

Ενεργητική ακρόαση

Αυτή η τεχνική βοηθάει, όταν το παιδί θέλει να μάθει περισσότερα. Αυτό που κάνουμε λοιπόν είναι να έχουμε όλη μας την προσοχή στραμμένη στο παιδί, καθόλη τη διάρκεια της συζήτησης. Ακούμε αυτό που μας ρωτάει και απαντάμε σε αυτό, χωρίς να δίνουμε περισσότερες πληροφορίες. Απαντάμε δηλαδή ακριβώς στην ερώτηση. Συνήθως, οι άνθρωποι έχουμε μία τάση να λέμε περισσότερα, να μοιραζόμαστε πιο πολλά από όσα μας ζητήθηκαν. Και σε αυτή τη συζήτηση αυτό σίγουρα δεν χρειάζεται να το κάνουμε.

Και εάν δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις στις ερωτήσεις του, απλά λέμε ότι δεν ξέρουμε. Μπορεί να πούμε πως θα το ψάξουμε και όταν θα βρούμε την απάντηση θα την μοιραστούμε μαζί του.

Πώς να μιλήσουμε σε παιδιά διαφορετικών ηλικιών

Τέτοιες ειδήσεις μπορεί να προκαλέσουν άγχος στα παιδιά, αν δεν τις χειριστούμε με τον σωστό τρόπο. Δεν υπάρχει βέβαια μόνο ένας τρόπος, καθώς κάθε παιδί είναι διαφορετικό. Eίναι σημαντικό όμως να προσεγγίσουμε το θέμα με ευαισθησία και κατανόηση. Επίσης, σημαντικό είναι να ξέρουμε πως τα παιδιά θα νιώσουν ανήσυχα και στην περίπτωση που τελικά δεν τους μιλάει κανείς για αυτά που συμβαίνουν και τα απασχολούν. Θα σκεφτούν πως είναι κάτι πολύ τρομακτικό που όλοι αποφεύγουν να το συζητήσουν. 

Κάτω από τα 7 έτη

Σε αυτό το ηλικιακό γκρουπ, δεν χρειάζεται να μιλήσουμε για το τι συμβαίνει. Αλλά αν κάτι ακούσουν ή δουν στις ειδήσεις και ρωτήσουν, είναι πολύ σημαντικό να τα κάνουμε να νιώσουν ασφαλή και να τους εξηγήσουμε ότι αυτό δεν συμβαίνει εδώ. Σε αυτές τις ηλικίες, τα παιδιά δεν είναι ανάγκη να τα φορτώνουμε με ειδήσεις που δεν μπορούν να καταλάβουν ή να διαχειριστούν. Οπότε αν δεν σας το αναφέρουν, μην το ανοίξετε το θέμα. Αφήστε τα στην υπέροχη άγνοιά τους.  

Μεταξύ 8 και 12 ετών 

Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά καταλαβαίνουν περισσότερο τον κόσμο που βρίσκονται. Θα έχουν διαβάσει στην Ιστορία για διάφορους πολέμους που έχουν γίνει, οπότε θα έχουν μια σχετική ιδέα.   

Σημαντικό εδώ είναι πώς προσεγγίζουμε την ανησυχία τους. Δεν τα ρωτάμε γιατί ανησυχούν. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να τα βοηθήσουμε να βρουν τρόπους να αντιμετωπίσουν την ανησυχία τους. Τα ρωτάμε πώς νιώθουν και τι πιστεύουν πώς μπορούν να κάνουν για αυτό. 

Επίσης, σημαντικό είναι να αποφεύγουμε να κάνουμε συζητήσεις σχετικές με τον πόλεμο ή τα θέματα μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας με άλλους ενήλικες, όταν τα παιδιά είναι μπροστά. 

12 ετών και πάνω

Εδώ καλό είναι να τα ρωτήσουμε τι ακριβώς ξέρουν σχετικά με το θέμα και να τα καθησυχάσουμε αν νιώθουν πολύ ανήσυχα. 

Είναι σημαντικό να τους πούμε πως όλα όσα βλέπουν στα social media, δεν είναι πάντοτε ακριβή και να τους προτείνουμε πιο έγκυρα ενημερωτικά site. 

Οι έφηβοι μπορούν να ψάξουν να διαβάσουν την ιστορία των πολέμων στην Ευρώπη, αν τους ενδιαφέρει, μπορούν να διαβάσουν για την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, την ιστορία της Ουκρανίας κτλ και να κάνουμε μαζί μια συζήτηση πάνω στο γιατί συμβαίνουν οι πόλεμοι και την άποψή μας πάνω στο θέμα. 

Ελεύθερη μετάφραση: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος, Παιγνιοθεραπεύτρια (εκ)

Original post: How to talk to children about what’s happening in Ukraine and World War Three Anxiety 

Γιατί δε χρειάζεται να πιέζουμε το παιδί προσχολικής ηλικίας να μοιράζεται;

Βρισκόμαστε στην παιδική χαρά. Ένα χαρούμενο αγοράκι παίζει με τα παιχνίδια του και το κοριτσάκι σας εμφανίζεται με τα καινούργια του αυτοκινητάκια. Το αγοράκι πλησιάζει και αρπάζει τα αυτοκινητάκια και παίζει. Το κοριτσάκι σας κλαίει με παράπονο και φωνάζει «Είναι δικά μου! Είναι δικά μου».

Φανταζόμαστε ότι η κατάσταση σας είναι γνώριμη, ότι έχετε βρεθεί συχνά σε αυτή τη θέση και ότι έχετε αισθανθεί αμήχανα και άβολα. «Τι πρέπει να κάνω;» αναρωτιέστε. Συχνά, έχετε αποφασίσει ότι πρέπει το παιδί σας να προσφέρει τα παιχνίδια του και να κατανοήσει την έννοια του μοιράσματος και της προσφοράς με αυτόν τον τρόπο. Θεωρείτε ότι έτσι το μαθαίνετε να είναι ευγενικό και γενναιόδωρο και ότι δείχνετε και στους υπόλοιπους γονείς ότι είστε κι εσείς οι ίδιοι ευγενείς και μεγαλώνετε «σωστά» το παιδάκι σας.

Τι συμβαίνει, όμως, στην πραγματικότητα σε αυτή την ηλικία; Πότε το παιδί κατανοεί την έννοια του μοιράσματος; Πρέπει να παρεμβαίνετε και πότε;

Τα παιδιά δεν αναπτύσσουν την ικανότητα για ενσυναίσθηση πριν τα 6 τους χρόνια.

Τα παιδιά 2-3 ετών δημιουργούν για πρώτη φορά μια αυτοεικόνα ξεχωριστή από της μητέρας τους. Σε αυτήν την ηλικία λένε φράσεις όπως «θα το κάνω μόνη-ος μου» ή «είναι δικό μου».

-Ταυτοχρόνως, τα παιδιά  σε αυτές τις ηλικίες έχουν μια εγωκεντρική αντίληψη του κόσμου και ανακαλύπτουν την έννοια της ιδιοκτησίας. Κατανοούν ότι κάποια πράγματα τους ανήκουν και πολλές φορές θεωρούν ότι τους ανήκουν και άλλα  που στην πραγματικότητα δεν είναι δικά τους. Αυτές οι τάσεις κτητικότητας είναι φυσιολογικές, αποτελούν μια φάση της εξέλιξής τους και στην πορεία ξεπερνιούνται φυσικά. Αν το παιδί σας φέρεται κτητικά με τα παιχνίδια του δε σημαίνει ότι φέρεται εγωιστικά ή ότι είναι άπληστο ή κακομαθημένο.  Απλώς, βιώνει την έννοια της κτήσης και πειραματίζεται με αυτήν. Στην πραγματικότητα, αυτή η φάση,  η φάση του «εγωισμού» είναι ένα στάδιο πριν το μοίρασμα.

Ένα παιδί που είναι μικρότερο από 2,5 ετών δύσκολα θα πειστεί να μοιραστεί. Και αυτό έχει να κάνει με τα στάδια ψυχοσυναισθηματικής εξέλιξης των παιδιών. Στην ηλικία αυτή τα παιδιά παίζουν παράλληλα και όχι μαζί.

Για τα παιδιά αυτής της ηλικίας τα παιχνίδια δεν είναι απλά αντικείμενα, αλλά, κάτι πολύτιμο. Συχνά, κάποια παιχνίδια, αποτελούν για αυτά μεταβατικά αντικείμενα προσκόλλησης, συνεπώς τα έχουν ανάγκη για να νιώθουν συναισθηματικά ασφαλή.

Περίπου στα 3 και περισσότερο στα 4  έτη το παιδί αρχίζει να κατανοεί την έννοια της μοιρασιάς και της προσφοράς. Και πάλι είναι λογικό να περιμένουμε επιλεκτικό μοίρασμα.

-Αυτό για να συμβεί προϋποθέτει ότι εμείς οι ίδιοι ως γονείς του δίνουμε με το παράδειγμά μας τη δυνατότητα να δει, να βιώσει και να αντιληφθεί την έννοια της προσφοράς και τα οφέλη της. Γι αυτό καλό είναι να μοιραζόμαστε πράγματα με τα παιδιά μας και μάλιστα να ονομάζουμε την πράξη μας. Να λέμε, για παράδειγμα: «Η συνάδελφός μου μας κέρασε ένα υπέροχο κέηκ και το έφερα μαζί μου εδώ για να το μοιραστούμε». Επίσης, αν έχουμε πάνω από ένα παιδί, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και δίκαιοι στο πώς μοιράζουμε τα πάντα, τον χρόνο μας, τα παιχνίδια, τους εαυτούς μας.

-Καλό είναι να γνωρίζουμε ότι αν εμείς  δίνουμε, το παιδί θα δώσει, όταν έρθει η στιγμή. Αν οι ανάγκες του ικανοποιούνται, αν νιώθει συναισθηματικά ασφαλές και συνεπώς αναπτύσσεται υγιώς και με αυτοπεποίθηση, τότε έχει λιγότερο ανάγκη τα αντικείμενα.

Τι να κάνουμε, λοιπόν;

-Είναι απαραίτητο να υπάρχει συχνά η εξής υπενθύμιση :  «Όταν διαφωνούμε και μαλώνουμε με τα άλλα παιδιά δε χτυπάμε, δεν κλωτσάμε, δεν σπρώχνουμε».

-Να μην παρεμβαίνετε όσο είναι δυνατόν. Όλοι οι γονείς επιθυμούμε να βλέπουμε τα παιδιά μας να επιλύουν μόνα τους τα προβλήματά τους, τις διαφορές τους. Επιθυμούμε να γίνουν ανεξάρτητα και αυτόνομα. Όταν, όμως, προκύπτει μια διαμάχη σπεύδουμε να παρέμβουμε και να λύσουμε τα προβλήματα. Ίσως για να τα προστατεύσουμε, ίσως για να τα υποστηρίξουμε, ίσως και για να ξεμπερδεύουμε και να έχουμε και το κεφάλι μας ήσυχο γιατί ένας παιδικός τσακωμός είναι πολύ ενοχλητικός.

 Να παρατηρείτε και να παρεμβαίνετε μόνο αν η κατάσταση είναι ακραία.

Αν το παιδί σας αρπάζει τα πράγματα των άλλων και είναι επιθετικό να εκφράσετε τη διαφωνία σας με τη πράξη του χωρίς να το στιγματίσετε. ( Να θυμάστε ότι η πράξη του δεν είναι σωστή ή δεν είναι «καλή», όχι το ίδιο.)

Να μην επιβραβεύετε το μοίρασμα διαρκώς γιατί αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα το παιδί  να μοιράζεται τα πράγματά του μπροστά σας για να εισπράξει τον έπαινο και όχι αυθόρμητα.

Να μην αναγκάζετε το παιδί σας να μοιραστεί κάτι γιατί  αυτό το οδηγεί  να εστιάζει πιο πολύ στο παιχνίδι και όχι στην συνύπαρξη και στη συνεργασία με τα άλλα παιδιά (αυτό ισχύει σε ηλικίες άνω των 2,5,  όταν αρχίζουν να αλληλεπιδρούν και να συνυπάρχουν τα παιδιά).

Να στρέφετε την προσοχή του παιδιού σας στο παιδί που δέχεται την προσφορά: «Δες τι χαρούμενος που είναι ο Νίκος που του έδωσες για λίγο το παιχνίδι σου». Έτσι μαθαίνει σιγά σιγά να παρατηρεί και να προσέχει τα συναισθήματα των άλλων και να τα αναγνωρίζει σταδιακά. Το ίδιο και στην αντίθετη περίπτωση : «Λες η Ελένη να στενοχωρήθηκε που της πήρες το παιχνίδι της;»

Να ενθαρρύνετε το παιδί σας  να πει στα άλλα παιδιά πώς νιώθει. Αν είναι θυμωμένο να το παροτρύνετε να το πει ξεκάθαρα. Να του πείτε:  «Εισαι εκνευρισμένος που σου πήραν τα παιχνίδια σου ; Να το πεις στους φίλους σου.»

-Αν είστε μπροστά και προκύψει μια έντονη διαμάχη να το συζητήσετε ήρεμα με το παιδί σας αναγνωρίζοντας τα συναισθήματά του και ρωτώντας το τι θέλει να κάνετε. Έτσι το παιδί θα νιώθει ήρεμο και ασφαλές.

Όταν καλείτε κάποιο άλλο παιδί σπίτι σας να προετοιμαστείτε. Να ζητήσετε να φέρει και το άλλο παιδί τα παιχνίδια του. Έτσι το παιδί σας θα κατανοήσει ότι για να παίξει με τα παιχνίδια του άλλου παιδιού θα πρέπει να του δώσει και τα δικά του. Επίσης, να προετοιμάσετε το παιδί σας γιατί κάποιες φορές μπορεί να νιώσει ότι τα άλλα παιδιά εισβάλλουν στον χώρο του.

Αν το παιδί σας έχει προτίμηση σε κάποια παιχνίδια, μπορείτε να τα κρύψετε ώστε όταν έρθουν άλλα παιδάκια να μη δημιουργηθεί πρόβλημα.

Να αφήσετε το παιδί σας να κοινωνικοποιηθεί όσο γίνεται μόνο του  (όταν βρίσκεται στην ηλικία που παίζει με τα άλλα παιδιά και όχι παράλληλα). Να μαλώσει, να διαφωνήσει. Έτσι θα μάθει πώς να επιλύει τα προβλήματά του. Άλλωστε μέσω της κοινωνικοποίησης θα προσαρμόσει τη συμπεριφορά του. Αν αρπάζει τα παιχνίδια των άλλων συνέχεια θα δει ότι θα αρχίσουν να μην το παίζουν. Αν προσφέρει συνέχεια τα δικά του θα νιώθει δυσαρεστημένο. Σε αυτήν την περίπτωση, καλό θα είναι να παρέμβετε και να του πείτε «Σου πήραν το παιχνίδι σου ε; Δεν είσαι ευχαριστημένος-η με αυτό. Μπορείς να πεις όχι αν θες».

Τέλος, είναι πολύ σημαντικό να εκφράζουμε εμείς συχνά τα συναισθήματά μας  ώστε το παιδί μας να συνηθίζει και να μπορεί σταδιακά να τα αναγνωρίζει.

Η αλήθεια είναι ότι οι γονείς έχουμε μια εμμονή με την προσφορά και τη γενναιοδωρία. Ξεχνάμε, όμως, πως τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν είναι από τη φύση τους έτοιμα για αλτρουισμό και αυτοθυσία. Άλλωστε, αν το καλοσκεφτούμε ούτε εμείς οι ίδιοι δίνουμε εύκολα, δυστυχώς, τα πράγματά μας και θα μας φαινόταν παράλογο κάποιος να μας πει «Πρέπει να μοιραστείς το καινούργιο σου βιβλίο, δεν έχει σημασία αν μόλις τώρα άρχισες να το διαβάζεις και σε έχει συνεπάρει, το σωστό είναι να μοιράζεσαι τα πράγματά σου. Δώσε τώρα στη φίλη σου το βιβλίο σου. Μπράβο σου». Το να κατανοήσει ένα παιδί προσχολικής ηλικίας τι έχει ανάγκη ένα συνομήλικο παιδί  και μάλιστα από μόνο του είναι ανέφικτο και λάθος από την πλευρά μας να το περιμένουμε. Το παιδί αυτής της ηλικίας μπορεί πολύ περισσότερο να αντιληφθεί την έννοια της πρακτικής βοήθειας και της συνεργασίας. Γι αυτό καλό θα είναι να το παροτρύνουμε να μας βοηθάει σε πρακτικά ζητήματα. Όσον αφορά στις ανάγκες και στις επιθυμίες των άλλων, τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να τις αντιληφθούν περισσότερο μετά τους 30 μήνες.

Καλό θα ήταν, συνεπώς, να ηρεμήσουμε, να προσφέρουμε στα παιδιά μας ένα γενναιόδωρο περιβάλλον που ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους και να μην τα πιέζουμε να υιοθετήσουν συμπεριφορές που δεν είναι ακόμα σε θέση να κατανοήσουν. Η γενναιοδωρία, η προσφορά και η ευγένεια καλλιεργούνται από εμάς, από το παράδειγμά μας και όχι από κενές εντολές και συμβουλές που δίνουμε στα παιδιά. Αν είμαστε γενναιόδωροι και ευγενείς, αν μοιραζόμαστε και προσφέρουμε, τα παιδιά μας, όταν έρθει η στιγμή θα προσφέρουν απλόχερα και αυτά και αν χρειαστεί, επίσης, θα διεκδικήσουν με αυτοπεποίθηση αν νιώθουν ότι αδικούνται.

πηγή: Εν Δυνάμει

Γιατί το παιδί μου χάνει τον έλεγχο του εαυτού του;

  • Γιατί χτυπιέται στο πάτωμα και δεν θέλει να φύγουμε;
  • Γιατί μερικές φορές ακόμη κι όταν μιλάω στο παιδί μου λογικά, αυτό εκνευρίζεται ακόμη περισσότερο;
  • Είναι δυνατόν για μια σοκολάτα να κάνει έτσι;

Όσο παράλογο κι αν μας φαίνεται, είναι απόλυτα λογικό! Γιατί;

Η απάντηση βρίσκεται… στη νευροβιολογία και στον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλός μας!

Ας τα πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή (με λίγα λόγια και κατανοητά, το υπόσχομαι!). Όταν λέμε πως “όλα είναι στο μυαλό μας”, ίσως τελικά να μην έχουμε και άδικο, καθότι κάθε μας συμπεριφορά ελέγχεται και προκύπτει από τον τρόπο που αντιδράει ο εγκέφαλός μας στα εξωτερικά ερεθίσματα.

Και ποιο κομμάτι του εγκεφάλου μας αποφασίζει πώς θα αντιδράσουμε; Η αμυγδαλή μας! (Ναι λέγεται αμυγδαλή γιατί μοιάζει με αμύγδαλο και όχι, δεν έχει καμία σχέση με τις αμυγδαλές).

Η αμυγδαλή είναι το κομμάτι εκείνο του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη διαχείριση κρίσεων. Μας κρατάει ασφαλείς, “σκανάροντας” διαρκώς το χώρο που βρισκόμαστε, ψάχνοντας να βρει τους κινδύνους που μπορεί να ελλοχεύουν. Είναι ένας υπέροχος μηχανισμός που μας γλυτώνει από μεγάλους κινδύνους και μας έχει βοηθήσει στην επιβίωση του είδους μας από τις αρχές της ύπαρξής του, μέχρι και σήμερα. Φανταστείτε πόσο την χρειαζόμασταν, όταν ζούσαμε εκτεθειμένοι στη φύση, όταν οι κίνδυνοι γύρω μας ήταν τόσοι πολλοί. Τι έκανε; Εντόπιζε τον κίνδυνο και έστελνε άμεσα σινιάλο για το πώς θα αντιδράσουμε σε αυτόν. Απέναντι σε ένα λιοντάρι για παράδειγμα η αμυγδαλή έπρεπε άμεσα να αποφασίσει τι θα κάνουμε.

Οι τρόποι αντίδρασης είναι τρεις και πάντα οι ίδιοι: fight, flight, freeze = επίθεση, οπισθοχώρηση, πάγωμα. Τους ίδιους μηχανισμούς χρησιμοποιούν σχεδόν όλα τα ζώα του πλανήτη μας, αν το καλοσκεφτείτε. Κάτι πολύ σημαντικό που πρέπει να ξέρουμε είναι πως όταν ενεργοποιείται η αμυγδαλή, μπλοκάρει τη λογική σκέψη, καθότι μπροστά σε έναν υπαρκτό κίνδυνο δεν υπάρχει χρόνος… για σκέψη (τι να σκεφτούμε στην τελική, όταν έχουμε μπροστά μας ένα λιοντάρι!).

Το θέμα όμως είναι πως η αμυγδαλή μας μπορεί να ενεργοποιηθεί, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει κάποιος πραγματικός κίνδυνος, μπροστά μας. Και αυτό συμβαίνει συχνά και στους ενήλικες και στα παιδιά, προκαλώντας έντονο άγχος, ανησυχία και θέτει τον οργανισμό μας σε κατάσταση κρίσης (ταχυπαλμία, εφίδρωση κτλ).

Το σχολείο, η κοινωνικοποίηση, οι εξετάσεις και πολλά άλλα ερεθίσματα μπορούν να ενεργοποιήσουν την αμυγδαλή ενός παιδιού και να το κάνει να λειτουργήσει σαν να βρίσκεται σε πραγματικό κίνδυνο (είτε δηλαδή να επιτεθεί, είτε να αποσυρθεί, είτε να παγώσει). Ένα παιδί στο super market που χτυπιέται για μια σοκολάτα και φωνάζει, δεν στενοχωριέται πραγματικά για τη σοκολάτα, όπως καταλαβαίνουμε. Εκείνη τη στιγμή, η άρνησή μας να καλύψουμε την ανάγκη του, εκλαμβάνεται από το ίδιο ως απειλή και για αυτό αποφασίζει να επιτεθεί. Για να το ηρεμήσουμε, χρειάζεται πρώτα να ηρεμήσουμε την αμυγδαλή του. Να το διαβεβαιώσουμε δηλαδή πως είναι καλά, πως το αγαπάμε, πως είναι ασφαλές. Και δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να το κάνουμε αυτό από το να το αγκαλιάσουμε και να του μιλήσουμε τρυφερά.

Η λογική συζήτηση εκείνη τη στιγμή δεν έχει νόημα, καθότι έχει μπλοκαριστεί το κομμάτι του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για αυτό (άρα το επιχείρημα “Έχεις φάει πολλά γλυκά αγάπη μου, σήμερα!”, σίγουρα δεν πιάνει εκείνη τη στιγμή, καθότι αποτελεί ένα πολύ απλό, ΛΟΓΙΚΟ επιχείρημα, για εμάς, αλλά το παιδί εκείνη τη στιγμή δεν μπορεί να το ακούσει).

Αυτό δεν σημαίνει πως θα του αγοράσουμε τη σοκολάτα, ενώ πιστεύουμε πως δεν πρέπει. Σημαίνει πως χρειάζεται να μείνουμε μαζί του. Να το αγκαλιάσουμε και να το καθησυχάσουμε με τη δική μας ήρεμη φωνή. Όταν το παιδί αρχίζει να ηρεμεί, εκεί μπορούμε να του πούμε πως έχει φάει πολλά γλυκά και πως επειδή το αγαπάμε και θέλουμε να είναι καλά στην υγεία του, φροντίζουμε να του δίνουμε αυτό που του κάνει καλό. Σοκολάτα μπορεί να ξαναφάει, με βάση το πρόγραμμα που θέτουμε εμείς ως γονείς. Εκεί μπορούμε να ανακατευθύνουμε και τη συζήτηση στο να διαλέξει κάτι που δεν είναι γλυκό (πχ ποια φρούτα θέλει να έχει το καλάθι μας ή τι φαγητό θέλει να μαγειρέψουμε κά).

Η παιγνιοθεραπεία, επίσης, λειτουργεί «σαν γλύπτης του εγκεφάλου» και βοηθάει στο να καθησυχάσει την αμυγδαλή και να τη βοηθήσει να «πάψει» σιγά σιγά να θεωρεί κίνδυνο, αυτό που την ενεργοποιεί. Οι λόγοι που η αμυγδαλή ενεργοποιείται μπροστά σε έναν μη υπαρκτό κίνδυνο είναι πολλοί και διαφέρουν και καλό είναι αν επιμένει η συμπεριφορά να ζητήσουμε τη γνώμη ενός ειδικού.

Άρθρο για το Play for Therapy: Χαρά Σφέτσα, Ψυχολόγος ΜΑ, εκ. Παιγνιοθεραπεύτρια PTI, Ειδικός Θεραπευτικού Παιχνιδιού